απόσπασμα άρθρου του Βασιλείου Ν. Σφυρόερα ( 1921-26.05.2015)
Πηγή: Μ.Ι.Δανέζης ( επιμ.) «Σαντορίνη», 1971
Το 1701 επισκέφθηκε τη Σαντορίνη ο αποστολικός μισσιονάριος Αντώνιος Guistiniani προς εξακρίνωση των πνευματικών αγαθών του καθολικού πλη ιδιθυσμού της νήσου. Στην έκθεση, παρέχει εκτός των πολύτιμων πληροφοριών του δια τα εκκλησιαστικά ζητήματα, και άλλες αξιόλογες ειδήσεις, αναφερόμενες εις την διαβίωση των κατοίκων και εις την εν γένει οικονομική κατάστασή του. […] η συνήθης τροφή των κατοίκων αποτελείτο από μαύρο κρίθινο παξιμάδι και όσπρια καθώς και από παστόν βοειον κρέας, οι δε οικίες παρά τα πενιχρά οικοδομικά υλικά τους, παρείχαν ικανάς ανέσεις.
Την ίδια εικόνα εντοπίζουμε και στην περιγραφή του περιηγητού Pitton de Tournefort, Η άνυδρος Σαντορίνη, η κατά συχνά χρονικά διαστήματα δοκιμαζομένη από την έκρηξη του ηφαιστείου και από τους σεισμούς, είχε αναπτυχθεί οικονομικώς κατά το τέλος του δεκατου ογδόου αιώνα, ώστε να θεωρείται η πλουσιότερη των Κυκλάδων.
Ο πληθυσμός της to 1770 ανερχόταν σε 9.000 κατοίκους ο οποίος ασχολείται στη γεωργία αλλά και στη ναυτιλία. Σε δεκάδες αριθμούνται τα θηραϊκά πλοία τα οποία διέσχιζαν το Αιγαίο, που εξυπηρετούσαν το εμπόριο της Σαντορίνης και των άλλων νησιών. Το 1780 η μονή Προφήτη Ηλία διέθετε ιδιόκτητο πλοίο «δια να ταξιδεύη εις τε την Άσπρην και την Μαύρη Θάλασσα και εις άλλα ακόμη ταξίδια». Είναι επίσης αξιοσημειώτον ότι οι υπό των κατοίκων της Σαντορίνης καταβαλλόμενοι φόροι κατά τα τελευταία έτη της Τουρκοκρατίας ήταν δυσανάλογοι προς τον πληθυσμόν υψηλοί.
Κατά τα τέλη του δεκάτου ογδόου αιώνα ( 1790- 1799_ εστάλη σουλτανικόν φιρμάνιον προς τον καπουδάν πασάν περι της φορολογίας του οίνου και των άλλων οινοπνευματωδών ποτών. Ο δε φόρος του κρασίου αποφασίστηκε να είναι δύο παράδδες εις κάθε μέτρο και από το ρακί τέσσαρες. Από τον λεγόμενο «μαχτού» φόρο, φαίνεται ότι η Σαντορίνη έδινε 8.500 παράδες. Εκ του εγγράφου προκύπτει ότι το 43% του συνολικώς παρά τα νησιά εισπραττόμενου φόρου επί του οίνου κατέβαλε η Σαντορίνη. [….] Κατά την πραγματοποιηθείσαν το 1807 υποχρεωτικήν νατυολογίαν νησιωτών για την κάλυψη των εις έμψυχον υλικών αναγκών του τουρκικού στόλου , η Σαντορίνη εκλήθει να αποστείλει 50 ναύτες στην Μαύρη Θάλασσα κατά της Ρωσίας.
[…] Κατά το 1811 οι «θαλασσινές» - ήτοι οι ναυτικές νήσοι, υποχρεώθηκαν να καταβάλουν τις δαπάνες για την συντήρηση τεσσαράκοντα πλοίων «δια μετακόμισιν νερού και άλλων τροφών» . Στη Σαντορίνη ορίσθηκε το ποσό των 10.000 γροσιών ( όπως και στην Ύδρα).
………………………………………………
Ως προς το ιδιόκτητο πλοίο της μονής του Προφήτη Ήλία γράφει σε ειδική παρατήρηση ο αείμνηστος ιστορικός « O πόλεμος (Ρωσοτουρκικός) κηρύχθηκε τον Αύγουστο του 1787. Κατά τους προηγηθέντες της κηρύξεως του πολέμου μήνες, η Μαύρη Θάλασσα ηλέγχετο συστηματικά από τους αντιπάλους, συλλαμβάνονται όλα τα ύποπτα πλοία τα οποία έπρεπε να είναι εφοδιασμένα με έγγραφο «πατέντα» περί της προελεύσεως του σκοπού των.
Το πλοίο «Άγιος Γεώργιος» της μονής της Σαντορίνης με πλοίαρχο τον Αντώνιο Δανέζη και με πλήρωμα εκ δεκα πέντε αντρών ανεχώρει από την νήσον και θα εταξίδευε όχι μόνο στην Άσπρη Θάλασσα, δλδ εις το Αιγαίο, αλλά και στον Εύξεινο πόντο, όπου επραγματοποιούντο οι πολεμικές παρασκευές. Η «Πατέντα» ήταν αναγκαία. Αξιοσημείωτο είναι ότι το πλοίο εταξίδευε με την «παντιέρα του μοναστηριού και μια εικόνα του Προφήτη Ηλία» και όχι με σημαία ρωσσική ή τουρκική όπως συνέβαινε στις ειρηνικές περιόδους.
Ιστορικός, καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Γεννήθηκε στην Απείρανθο της Νάξου το 1921 και μετά τις γυμνασιακές του σπουδές στην πατρίδα του φοίτησε στο πανεπιστήμιο Αθηνών. Το 1946 πήρε το πτυχίο του Ιστορικού και Αρχαιολογικού τμήματος της Φιλοσοφικής Σχολής, της οποίας αναγορεύτηκε διδάκτορας τον Ιούνιο του 1965. Υπηρέτησε ως καθηγητής στη Μέση Εκπαίδευση από το 1950 και το 1956 διορίστηκε συντάκτης του Κέντρου Έρευνας Μεσαιωνικού και Νέου Ελληνισμού (πρώην Μεσαιωνικού Αρχείου) της Ακαδημίας Αθηνών. Με εντολή της Ακαδημίας Αθηνών πραγματοποίησε επιστημονικές αποστολές στο Άγιο Όρος, στα Μετέωρα και στις Κυκλάδες και έλαβε μέρος σε διεθνή συνέδρια Μέλος της Γλωσσικής Εταιρείας, της Λαογραφικής Εταιρείας, της Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών, ιδρυτικό μέλος της Ελληνικής Βιβλιογραφικής Εταιρείας και άλλων επιστημονικών σωματείων.
Εκτός από τα λογοτεχνικά του δημοσιεύματα που παρουσίασε με τα ψευδώνυμα Δρόσος Καραβάς και Βασίλειος Κρηνιώτης στα περιοδικά "Νεοελληνικά Γράμματα", "Πνευματική Ζωή", "Ηπειρωτική Εστία", "Κυκλαδικά"κ.α., δημοσίευσε πολλές μελέτες που αναφέρονται κυρίως στην περίοδο της τουρκοκρατίας,
Από πλευράς Σαντορίνης, ξεχωριστή μνεία πρέπει να γίνει στο ιδιαίτερα σημαντικό τομίδιο "Ιωσήφ Δε Κιγάλλας (1812-1886) - Βιογραφικό και βιβλιογραφικά" (Αθ. 1960), στο οποίο τονίζει χαρακτηριστικά « την ανιδιοτέλεια, την αφιλοχρηματία και τη γενναιότητα του Δεκιγάλλα που ήταν παροιμιώδεις». ( Βλ. Ν. Αλιπράντης, Ιωσήφ Δεκιγάλλας, ο Ανθρωπιστής Ιατρός, Εκδ΄. Θηραϊκά, Αθήνα 2006, σελ.41).
Η προσφορά του Β. Σφυρόερα στη νεοελληνική ιστορία και έρευνα σημασιολογείται ως μια από τις πιο σεμνές, ουσιαστικές και αξιόλογες.
[1] Βλ: http://www.naxostimes.gr/koinonia/2247-efyge-o-istorikos-vasilis-sfyroeras( Ενημέρωση 27.5.2015)