(συγκεντρωτικό αφιέρωμα)
Πάμε να ξεφύγουμε λίγο και να δούμε μια γενική αναφορά της Σαντορίνης και της Θηρασιάς στο έργο του Ελύτη. Σίγουρα δεν είναι ολοκληρωμένη …. Αλλά …
Ο Κωνσταντίνος Μάντης γράφει :
«Οδυσσέας Ελύτης «Ωδή στη Σαντορίνη»[1]
Βγήκες από τα σωθικά βροντής
Ανατριχιάζοντας μες στα μετανιωμένα σύννεφα
Πέτρα πικρή, δοκιμασμένη, αγέρωχη
Ζήτησες πρωτομάρτυρα τον ήλιο
Για ν’ αντικρίσετε μαζί τη ριψοκίνδυνη αίγλη
Ν’ ανοιχτείτε με μια σταυροφόρο ηχώ στο πέλαγος
Θαλασσοξυπνημένη, αγέρωχη
Όρθωσες ένα στήθος βράχου
Κατάστιχτου απ’ την έμπνευση της όστριας
Για να χαράξει εκεί τα σπλάχνα της η οδύνη
Για να χαράξει εκεί τα σπλάχνα της η ελπίδα
Με φωτιά με λάβα με καπνούς
Με λόγια που προσηλυτίζουν το άπειρο
Γέννησες τη φωνή της μέρας
Έστησες ψηλά
Στην πράσινη και ρόδινη αιθεροβασία
Τις καμπάνες που χτυπάει ο ψηλορείτης νους
Δοξολογώντας τα πουλιά στο φως του μεσαυγούστου
Πλάι από ρόχθους, πλάι από καημούς αφρών
Μέσ’ από τις ευχαριστίες του ύπνου
Όταν η νύχτα γύριζε τις ερημιές των άστρων
Ψάχνοντας για το μαρτυρίκι της αυγής,
Ένιωσες τη χαρά της γέννησης
Πήδησες μες στον κόσμο πρώτη
Πορφυρογέννητη, αναδυόμενη
Έστειλες ως τους μακρινούς ορίζοντες
Την ευχή που μεγάλωσε στις αγρυπνίες του πόντου
Για να χαϊδέψει τα μαλλιά της πέμπτης πρωινής.
Ρήγισσα των παλμών και των φτερών του Αιγαίου
Βρήκες με λόγια που προσηλυτίζουν το άπειρο
Με φωτιά με λάβα με καπνούς
Τις μεγάλες γραμμές του πεπρωμένου σου
Τώρα μπροστά σου ανοίγεται η δικαιοσύνη
Τα μελανά βουνά πλέουν στη λάμψη
Πόθοι ετοιμάζουν τον κρατήρα τους
Στην παιδεμένη χώρα της καρδιάς
Κι από το μόχθο της ελπίδας νέα γη ετοιμάζεται
Για να βαδίσει εκεί με αετούς και λάβαρα
Ένα πρωί γεμάτο ιριδισμούς
Η φυλή που ζωντανεύει τα όνειρα
Η φυλή που τραγουδάει στην αγκαλιά του ήλιου.
Ω κόρη κορυφαίου θυμού
Γυμνή αναδυομένη
Άνοιξε τις λαμπρές πύλες του ανθρώπου
Να ευωδιάσει ο τόπος από την υγεία
Σε χιλιάδες χρώματα ν’ αναβλαστήσει το αίσθημα
Φτεροκοπώντας ανοιχτά
Και να φυσήξει από παντού η ελευθερία
Άστραψε μες στο κήρυγμα του άνεμου
Την καινούρια και παντοτινή ομορφιά
Όταν ο ήλιος των τριών ωρών υψώνεται
Πάνγλαυκος παίζοντας το αρμόνιο της Δημιουργίας.
Οδυσσέας Ελύτης, Προσανατολισμοί, Εκδόσεις Ίκαρος
Η Σαντορίνη αποκτά στο πλαίσιο του ποιήματος αυτού διαστάσεις συμβόλου, εφόσον η αναγέννησή της μέσα από την καταστροφή περνά ένα μήνυμα ελπίδας πως η ζωή μπορεί να υπερισχύσει -και υπερισχύει- έπειτα από κάθε οδυνηρό γεγονός, όσο συντριπτικό κι αν αυτό φαντάζει τη στιγμή που συμβαίνει. Η Σαντορίνη αναδύεται «γυμνή» μετά την έκρηξη του ηφαιστείου, προικισμένη πια, όμως, με μια ομορφιά που ξεπερνά κάθε προηγούμενο.
Ανατριχιάζοντας μες στα μετανιωμένα σύννεφα
Πέτρα πικρή, δοκιμασμένη, αγέρωχη
Ζήτησες πρωτομάρτυρα τον ήλιο
Για ν’ αντικρίσετε μαζί τη ριψοκίνδυνη αίγλη
Ν’ ανοιχτείτε με μια σταυροφόρο ηχώ στο πέλαγος»
Το μαγευτικό νησί «βγαίνει», «γεννιέται» μέσα από τα σωθικά της βροντής -ενός δυσοίωνου και τρομακτικού ήχου, που παραπέμπει στη συγκλονιστική στιγμή της έκρηξης του ηφαιστείου-, αναδύεται «ανατριχιάζοντας», κλονισμένο από τις σεισμικές δονήσεις, μέσα στα σύννεφα που έχουν μετανιώσει για το καταστροφικό έργο της φύσης. Η «δοκιμασμένη» πέτρα του νησιού, ωστόσο, παρά τις πίκρες και τις μεγάλες δοκιμασίες που βιώνει, αναδύεται αγέρωχη με το φως της νέας ημέρας, ζητώντας την παρουσία του ήλιου, ζητώντας τη συμμετοχή του στο δικό της άμετρο μαρτύριο, για να αντικρίσουν μαζί τη δόξα που ακολουθεί εκείνους που έχουν περάσει τους μεγαλύτερους κινδύνους. Η προσωποποιημένη πέτρα και συνεκδοχικά το νησί της Σαντορίνης, ζητά την παρουσία του ήλιου για να κινηθούν μαζί, για να αγωνιστούν τον κοινό αγώνα της ύπαρξης στο ελληνικό πέλαγος. Η βροντή που συνοδεύει τη νέα γέννηση της Σαντορίνης, αντηχεί με το ξεκίνημα της μέρας στο Αιγαίο πέλαγος, στέλνοντας παντού ένα τρομακτικό μήνυμα επιβίωσης. Η μεγάλη καταστροφή έχει τελειώσει κι αυτό που εμφανίζεται καθώς ξημερώνει είναι ένα νέο νησί, σκληρά δοκιμασμένο, γεμάτο οδύνη, αλλά πιο ισχυρό και πιο δοξασμένο.
«Θαλασσοξυπνημένη, αγέρωχη
Όρθωσες ένα στήθος βράχου
Κατάστιχτου απ’ την έμπνευση της όστριας
Για να χαράξει εκεί τα σπλάχνα της η οδύνη
Για να χαράξει εκεί τα σπλάχνα της η ελπίδα
Με φωτιά με λάβα με καπνούς
Με λόγια που προσηλυτίζουν το άπειρο
Γέννησες τη φωνή της μέρας
Έστησες ψηλά
Στην πράσινη και ρόδινη αιθεροβασία
Τις καμπάνες που χτυπάει ο ψηλορείτης νους
Δοξολογώντας τα πουλιά στο φως του μεσαυγούστου».
Ενώ για το συγκεκριμένο ποίημα συνεχίζει η Γιόλα Αργυροπούλου – Παπαδοπούλου[2]: «…Εκπληκτικά επίθετα, όπως: πικρή, αγέρωχη (πέτρα), ριψοκίνδυνη (αίγλη), σταυροφόρος (ηχώ), πράσινη και ρόδινη (αιθεροβασία), πορφυρογέννητη, γυμνή (Σαντορίνη), μελανά (βουνά), κορυφαίος (θυμός), καινούργια και παντοτινή (ομορφιά), πάνγλαυκος (ήλιος)· πολυσύλλαβες και βαρύνοντος νοήματος μετοχές, όπως: ανατριχιάζοντας, θαλασσοξυπνημένη, αναδυομένη(η Σαντορίνη), μετανιωμένα (σύννεφα), δοκιμασμένη (πέτρα), δοξολογώντας (ο νους), παιδεμένη (χώρα της καρδιάς)· σαγηνευτικές φράσεις, όπως: …πλάι από καημούς αφρών, …τις ευχαριστίες του ύπνου, …το μαρτυρίκι της αυγής, …τις λαμπρές πύλες του ανθρώπου, …στο κήρυγμα του ανέμου· απροσμέτρητου κάλλους στίχοι, όπως: Βγήκες από τα σωθικά της βροντής / Ανατριχιάζοντας μες στα μετανιωμένα σύννεφα, Ν’ ανοιχτείτε με μια σταυροφόρο ηχώ στο πέλαγος, Όρθωσες ένα στήθος βράχου / Κατάστιχτου από την έμπνευση της όστριας, Με λόγια που προσηλυτίζουν το άπειρο· καίριας σημασίας επαναλήψεις, όπως: Για να χαράξει εκεί τα σπλάχνα της η οδύνη / Για να χαράξει εκεί τα σπλάχνα της η ελπίδα· υπέροχες εικόνες της φύσης, όπως: Δοξολογώντας τα πουλιά στο φως του μεσαυγούστου, Όταν η νύχτα γύριζε τις ερημιές των άστρων, Ένα πρωί γεμάτο ιριδισμούς· οι θαυμάσιες προσφωνήσεις: Ρήγισσα των παλμών και των φτερών του Αιγαίου και Ω κόρη κορυφαίου θυμού… Όλα αυτά αποτελούν μερικά από τα στοιχεία εκείνα που συνθέτουν ένα από τα συναρπαστικότερα ποιήματα όχι μόνον του Οδυσσέα Ελύτη αλλά της ευρύτερης Ελληνικής Ποιητικής Δημιουργίας. Και όχι μόνο! Η «Ωδή στη Σαντορίνη» είναι μια Σύνθεση – Κόσμημα στον Κόσμο της Παγκόσμιας Ποίησης…»
Να και η Θηρασιά στο έργο του :
"ΚΑΙ ΜΕ ΦΩΣ ΚΑΙ ΜΕ ΘΑΝΑΤΟΝ"
Οδ. Ελύτης
[..]Και να, καταμεσής της αθλιότητας, από τις ανασκαφές της Σαντορίνης,
από την απελπισία πιο πέρα - επιτέλους: μια Κόρη Θηρασία
φτάνει τεντώνοντας το χέρι της σαν να λέει «Χαίρε Κεχαριτωμένε».
Δεν είμαι ζωγράφος, Κόρη Θηρασία. Μα θα σε πω με ασβέστη και
με θάλασσα. Θα σε προεχτείνω μ'αυτά που γράφω σ'αυτά που πράτ-
τω. Θα σου προσφέρω μια ζωή (τη ζωή που δεν αξιώθηκα) χωρίς
αστυνόμους, χωρίς φακέλους, χωρίς κελιά.
Μόνο μ'ένα λευκό πουλί
πάνω από το κεφάλι σου.
Θα φυτέψω αμπέλια-λέξεις. Θα κτίσω Ανάκτορα μ'αυτά που μου δίνεις ν'αγαπώ. Από την Ηγησώ θα φτάσω στην αγία Αικατερίνη.
Γη και ειρήνη θα φέρω.
Από τη μία η «Τοιχογραφία» του Ελύτη , από τη συλλογή Tο Φωτόδεντρο και η Δέκατη Tέταρτη Oμορφιά, Ίκαρος 1971, η οποία σου πλέκει και σε βοηθάει να ταξιδέψεις μέσω και της Τοιχογραφίας της Άνοιξης. Τοιχογραφία της Άνοιξης (16ος αιώνας π.Χ.)
Από τις περίφημες τοιχογραφίες που αποκαλύφθηκαν στον προϊστορικό οικισμό του Ακρωτηρίου της Θήρας, αυτή της Άνοιξης είναι η μοναδική που κοσμούσε ισόγειο χώρο, το δωμάτιο Δ2, και βρέθηκε ολόκληρη κατά χώραν σε τρεις τοίχους του.
Εικονίζεται το βραχώδες τοπίο της Στρογγύλης (Σαντορίνη), πριν την Μινωική έκρηξη. Τα βράχια έχουν απροσδόκητα σχήματα και παρουσιάζονται σε τρία χρώματα: κίτρινα, κόκκινα και μπλε, το οποίο θεωρείται ότι δηλώνει την ηφαιστειακή τους προέλευση. Στις κορυφές και στις πλαγιές των βουνών έχουν ζωγραφιστεί ερυθροί ανθισμένοι ή μισοανοιγμένοι κρίνοι με χρυσοκίτρινους μίσχους και στήμονες. Οι κρίνοι φύονται ανά τρεις από τα κόκκινα ή γκρίζα ηφαιστειογενή βράχια. Παιχνιδιάρικα, γεμάτα ζωή χελιδόνια μόνα ή σε ζεύγη που ερωτοτροπούν στον αέρα, δίνουν κίνηση στο τοπίο και απεικονίζουν συμβολικά την αναγέννηση της φύσης.
Αποδίδεται στο λεγόμενο ζωγράφο των Κροκοσυλλεκτριών, που είναι γνωστός από άλλη τοιχογραφία του οικισμού και διακρίνεται για την πρωτοτυπία και τον πλούτο των συνθέσεών του, καθώς και για τη φωτογραφική, σχεδόν, απόδοση των στιγμιαίων κινήσεων
Και ο Ελύτης συμπληρώνει: «
Έχοντας ερωτευθεί και κατοικήσει αιώνες μεσ'στη θάλασσα έμαθα γραφή και ανάγνωση
Ώστε τώρα να μπορώ σε μεγάλο βάθος πίσω τις γενιές απανωτές όπως αρχίζει ένα βουνό προτού τελειώσει το άλλο
Να κοιτάζω. Και μπροστά πάλι το ίδιο:
Το βαθύ σκούρο μπουκάλι και η νέα στο μπράτσο Ελένη με το πλάι επάνω στον ασβέστη
Να γεμίζει κρασί της Παναγίας το μισό το σώμα της φευγάτο κιόλας στην Ασία την αντικρινή
Και το κέντημα όλο μετατοπισμένο μεσ'στον ουρανό με τα διχαλωτά πουλιά τα κιτρινάκια και τους ήλιους….»
Και από την άλλη, σε απόσπασμα από την Μελαγχολία του Αιγαίου, ο Ελύτης, είναι σαν να μας παρουσιάζει την τοιχογραφία της Νηοπομπής:
« Με το καΐκι και με τα πανιά της Παναγίας
Έφυγαν κατευόδιο των ανέμων
Οι εραστές της ξενιτιάς των κρίνων
Αλλά η νύχτα πώς εδώ κελάρυσε τον ύπνο
Με γάργαρα μαλλιά στους φεγγερούς λαιμούς
Ή στις μεγάλες άσπρες παραλίες
Και πώς με το χρυσό σπαθί του Ωρίωνα
Σκόρπισε και ξεχύθηκε ψηλά
Η σκόνη από τα όνειρα των κοριτσιών
Που ευωδίασαν βασιλικό και δυόσμο!»
Ενώ στη συναυλία των Υιακίνθων :
«…..Να ξαναγυρίζεις στο νησί της αλαφρόπετρας μ'ένα τροπάριο ξεχασμένο που θα ζωντανεύει τις καμπάνες δίνοντας θόλους ορθρινούς στις πιο ξενιτεμένες θύμησες. Να τινάζεις τα μικρά περβόλια έξω από την καρδιά σου κι υστέρα πάλι να φιλεύεσαι απ'την ίδια
τους θλίψη. Να μη νιώθεις τίποτε πάνω απ'τους αυστηρούς βράχους κι όμως η μορφή σου ξαφνικά να μοιάζει με τον ύμνο τους. Να σε παίρνουν τ'ανώμαλα πέτρινα σκαλιά ψηλά ψηλά κι εκεί να καρδιοχτυπάς έξω απ'την πύλη του καινούριου κόσμου. Να μαζεύεις δάφνη και μάρμαρο για την άσπρη αρχιτεκτονική της τύχης σου. Και να 'σαι όπως γεννήθηκες, το κέντρο του κόσμου. ….»
κλείνοντας πάμε να ταξιδέψουμε με "Τα Ρω του Ερωτα"
"....Σου χτισα μια Σαντορίνη με καμάρες και πορτιά να γυρνάς σαν το λυθρίνι μες στη δροσερη φωτιά"
φωτό : Αρτεμία Αργυρού