Ας δουμε το λοιπός λίγα πράγματα για τον τρόπο βίωσης των Χριστούγεννων στη Σαντορίνη.
Οι φιλόθρησκοι κάτοικοι του νησιού μας γιορτάζουν ιδιαίτερα βυζαντινά και τις γιορτές του Δωδεκαημέρου. Παλιότερα όπως γράφει η Γουλιελμία Συρίγου «υπήρχε ένα έθιμο στη Θεία Λειτουργία των Χριστουγέννων το φερτάρισμα του ιερέα και των πιστών για τον μικρό βοηθό της εκκλησίας. Ήταν ένα είδος καληχέρας για το ακούραστο κοπέλι .» Όταν έψαλλαν το «Στέργειν μεν ημας ως ακίνδυνον φόβω…»που συνήθως το έλεγε το ίδιο το παιδι στο σημείο που τελείωνε ο ύμνος με τη φράση «όση πέφυκεν η προαίρεσις διδού», ο ιερέας θυμιάζοντας, πλησίαζε το δισκάριο που είχαν θέξει γι αυτό το σκοπό και έριχνε το φιλοδώρημά του Στη συνέχεια ακολουθεί όλο το εκκλησιάσμα.....Αυτή είναι η προαίρεσις το λοιπόν, στην οποία όπως αναφέρει σε παλαιότερη εφήρίδα των Θ.Ν. ο Φ. Κατσίπης γινόταν μόνο στο Μεγαλοχώρι
Το βράδυ βγαίναν τα παιδιά με καράβια κ αι φαναράκια για τα κάλαντα
Από μία λαογραφική εργασία της Μαρίας Μαυρομάτη το 1969 η οποία εντοπίστηκε στο Λαογραφικό Αρχείο –Πανεπιστημιακή Συλλογή του Πανεπιστημίου Αθηνών, εκτός από τους βασικούς στίχους στα Πανελλήνια Κάλαντα έχουμε και τα παρακάτω…:
«Καλην εσπέρα Άρχοντες κ.τ.λ.
Απάνω στο παράθυρο γαρυφαλάκι πράσινο στέκει μια περιστέρα και του χρόνου τέτοια μέρα ( τσάκισμα)
Φέρτε πανέρια κάστανα Φέρτε και πορτοκάλια
Για φέρτε και γλυκό κρασί να πιουν τα παληκάρια….».
Τα κάλαντα τα λέγανε και οι μεγάλοι ….. Σύμφωνα δε με την προαναφερθείσα εργασία «το λιγότερο που ημπόργιες να τσι δώκεις ήτανε το τάλληρο…». Σαν μια ξεβάρεση και εκείνοι από τις έγγνοιες τις καθημερινές
Στη Σαντορίνη τα παλιά τα χρόνια συνήθιζε όλη η οικογένεια να νηστεύει …. Το βράδυ λοιπόν μετά τον εσπερινό των Χριστουγέννων, συνηθισμένο φαγητό ήταν ο πετεινός ή η κόττα αλλά όπως αναφέρει χαρακτηριστικά και ο Μάρκος Αβ.Ρούσσος, ο «κοφτός από σιτάρι και λαρδι: Από την προηγουμένη έβαζαν σιτάρι σε μία λεκάνη με νερό και άμα τούτο μαλάκωνε το κοπάνιζαν στο πέτρινο μουρτάρι με τη μάτσα για να αφαιρεθεί ο φλοιός και κατόπιν τη νύκτα πριν από τη λειτουργία έβραζαν το σιτάρι με λαρδί
Φυσικά η νοικοκυρά του σπιτιού θα πρεπε μέχρι το απόγευμα το πολύ της παραμονής να είχε τελειώσει το εργόχειρό τση γιατί πίστευαν ότι θα το τελείωναν οι καλλικάτζαροι. Ξεχωριστή είναι η παράδοση για τους καλλικάντζαρους στο νησί
Όλο το σαραντάμερο βάζουν ένα κόσκινο στην καμινάδα του σπιτιού, όταν θα ρθουν οι Καλικάντζαροι, μέχρις να μετρήσουν τις τρύπες του κόσκινου να έχει ξημερώσει και να φύγουν.Παράλληλα δε λένε ότι όσοι γεννηθούν παραμονές Χριστουγέννων γίνονται Καλικάντζαροι γι’ αυτό πρέπει να βάζουν μπροστά στο κρεβάτι τους μια σκάφη με νερό, ώστε μόλις πάνε να σηκωθουν να πατουν μέσα στο νερό και να ξυπνούν και να μη γίνονται Καλλικάτζαροι, ενώ ταυτόχρονα σύμφωνα με αφήγηση της Ε.Σ. από το Μεγαλοχώρι: « τι όσοι έχουν γεννηθεί παραμονές Χριστουγέννων, όταν φθάνουν τέτοιες μέρες καταλαμβάνονται από μελαγχολία ( και τούτο γιατί θεωρείται αμάρτημα, να γεννώνται άνθρωποι την ημέρα που γεννήθηκε ο Χριστός).»
Στον Πύργο υπάρχει και το εξής χαρακτηριστικό στοιχείο της εορτής των Χριστουγέννων Τη δεύτερη μέρα γιορτάζει σύμφωνα με το έθιμο το εξωκκλήσι της Γέννησης στους Πρόποδες του Προφήτη. Απ όσο μπορώ να ξέρω πολύ παλιά πηγαίναν από βραδύς παραμονή των Χριστουγέννων όχι μόνο Πυργιανοί αλλά και από άλλα μέρη μαζί με τα φαναράκια τους και κάνανε τον Εσπερινό των Χριστουγέννων εκει… μένανε το βράδυ στο Εκκλησάκι όσοι μπορούσαν και τιμούσαν τα Χριστούγεννα το επόμενο πρωι…..
Όσο για τη θρυλική Πουτίγκα της Σαντορίνης να τη και η συνταγή:
¾ του κιλού ζάχαρη,
2 κιλά γάλα,
½ κιλό σιμιγδαλι χοντρό,
7 αυγά (χτυπημένα με 1 κουταλιά βούτυρο),
Ψυχα, αμυγδαλο ασπρισμενη
ξυσμένο πορτοκαλί,
1 ½ κουταλιά σούπας κανέλλα.
Βουτυρώνουμε το ταψί με λίγο σιμιγδάλι για να μην κολλήσει και το ψήνουμε σε προθερμασμένο, φούρνο στους 200 βαθμούς για μία ώρα.
Για να διαπιστώσουμε όλοι το πως βίωναν οι Θηραίοι τα Χριστούγεννα, χαρακτηριστική είναι η αφήγηση του Μάρκου Αβέρκιου Ρούσσου στα «Λαογραφικά της Σαντορίνης» του,: « ...Άκουσα τα παρακάτω λόγια μιας Θηραϊας χωρικής που πλησιάζοντας για να προσκυνήσει την εικόνα της Γεννήσεως, στάθηκε για μία στιγμή σε στάση προσευχής κοίταξε με δάκρυα θρησκευτικής συγκινήσεως τη στενόχωρη φάτνη που φιλοξενούσε τον Αχώρητο, έκανε το σημείο του Σταυρού και ακουμπώντας τα χείλη της πάνω στο Θείο Βρέφος ψιθύρισε : « Μάθια ήντα κρυώνεις μωρό μου !!!». Αυτά τα λόγια δείχνουν πόσο οι παλαιοί Θηραίοι έννοιωθαν σα να ζούσαν τη Γέννηση του Χριστού.
Παρακάτω μία παραλλαγή για τα κάλαντα των Χριστουγέννων με το σκοπό των καλάντων για τα Θεοφάνεια.