Στην άκρη του νησιού και στο σύνορο στεριάς και πελάγου και κατά την μεριά της όστριας ήταν χτισμένη η ξακουσμένη και πανέμορφη εκκλησιά της Περίσσας . το ιερό και πανσεβάσμιο της Σαντορίνης αγλάισμα και προσκύνημα.
Από την μεριά του κάμπου, αμπέλια και καρπερά χωράφια με τις ντομαθιές και τα καλοκαιρνά του Νιμπορειού απλώνονται χλοερά και καταπράσινα. Κι΄απ τη μεριά του Κρητικού πελάγου ξεδιπλώνεται η σμαραγδένια θάλασσα, που άλλοτε είναι φουρτουνιασμένη και άγρια και πότε είναι γαληνεμένη, ήσυχη και γαλίφα. Από την μπάντα πάλι της Ανάφης, υψώνεται μενεξεδένιο το Μέσα βουνό, με την αρχαία την κατεστραμένη πολιτεία και το Ασκηταρίο. Κ΄ εκεί στα ριζιμιά του βουνού κι αναμεσίς το ήμερο και γαλήνιο ετουτοδά τοπίο, ξεπεταγότανε κάτασπρο όραμα . η Περίσσα μας!..
Αέρινοι, χιονάτοι κι ανάλαφροι υψωνόντουσαν οι πέντε τις κουμπέδες. Κι΄ όντες τήνε παρατηρούσες και τηνε ξάνοιες από μακρυά, μαγεμένος έστεκες και μαρμαρωμένος και θάμβος και έκτασις σε συνείχε.
Καί τότες, απόμοναχός σου αναρωτιόσουνα κί έλεγες. Τάχατες, πώς να χτιστηκε ένα τέθοιο αριστούργημα από έναν αγράμματο τεχνίτη, πού ούτε σε Πολυτεχνείο και σε σχολεία εσπούδασε , μήτε τις ευκολίες του καιρού μας είχε. Κι΄όντες ακόμη αναμνηστείτε πώς η θεόρατη ετούτη εκκλησιά εθεμελιώθηκε απάς στην άμμο της Θάλασσας, τότες και μόνο θα καταλάβετε το είντα θέλει να μας πει το κοντάκιο της εκκλησίας μας που λέει και θα το χετε ακουστά.
«Μεγάλα τα της πίστεως κατωρθώματα.»
Ως που ξημέρωσε κ΄η μαυρισμένη μέρα της ενάτης του Ιουλίου στα 1956.
Που να βρώ, όμως λόγια να τα πω και λέξεις να χαράξω. Που κείνη την ημέρα για το νησί μας βγήκεν ο ήλιος και το φεγγάρι μαύρο. Ο κάτω κόσμος ήνοιξε και τρίξαν τα Θεμέλια . Απερίγραπτος συμφορά, σκότος έρεβος, και όλεθρος σκέπασε τα πάντα .
Οι εκκλησιές γκρεμίστηκαν, τα αρχοντικά σπίθια μπατάρανε και πέφτανε και τα χαμηλά καθίζανε στα θεμέλιά τους. Η θάλασσα ταράχτηκε κι΄ αγρίεψε κι΄ από τον θυμό της ήβγηκε απ΄τα σύνορα της κ΄ ίσαμε τα πέρατα της οικουμένης ακούστηκε η δύναμη του σεισμού. Γέροι , γυναίκες και παιδιά το μαύρο του θάνατο βρήκανε και σ΄όλο το νησί καταντήσανε αι κώμαι ημών σπήλαια …… και οι άνθρωποι τρέχανε καταλελειμένοι, ως δορκάδιον φεύγον και πρόβατον πλανώμενον!!.....
Κι΄ αναμεσίς τα γκρεμισμένα ήτανε κ΄ η Περίσσα μας!!....
Σαν τον τραυματισμένο γίγαντα τον πολέμαρχο, που τον έβρισκε φαρμακεμένο βόλι, ήγειρε κ΄ ηγονάτισε. Συντρίμια γινήκαν οι αέρινοι κουμπέδες και χαρακιές γέμισε το πελώριο χτίριο. Την έβλεπες μισογκρεμισμένη και σ΄ έπιανε σκοθιά, ζάλη και πλάκωση μεγάλη. Βουβός άλαλος κι΄ άπραχτος κοίταζες τη συμφορά κι΄ο νούς δεν το χωρούσε αυτό που έβλεπες. Και σαν και σένα, κανένας δεν τολμούσε να μιλήσει και να πεί το είντα θα απογίνει.
Τότες βρεθήκανε και μερικοί μικρόψυχοι κι΄ είπανε τον πίκρό τους λόγο:
«Να κάμωμεν πιο μικρή εκκλησία στη θέση της Περίσσας και να λέμε : εδώ κάποτε ήταν η μεγάλη»!!.....
Αλλ « ω των θαυμασίων Σου Υπεραγία Θεοτόκε !!.»......
Με την ακατάλυτη δύναμη του Ζωηφόρου Σταυρού, θεόρατος και πάλι ανυψώθηκε
Ο περικαλής Ναός, το πανσεβάσμιον προσκύνημα, το ιερόν αγλάισμα και κόσμημα της πατρίδας μας : η Περίσσα!....
«Δεύτε προσκυνήσωμεν και προσπέσωμεν μπροστά στο θαύμα», που έγινε.
Κι΄όλοι μας ανεξαιρέτως : πιστοί και άπιστοι, σοφοί και ασπούδαστοι, γηγενείς και ξένοι, άς προσφέρουμε το δυνάμενο, για να περατώσουμε τέλεια το στολίδι του νησιού μας.
Οι ασύγκριτες σε τέχνη εικόνες βρίσκονται παραπονεμένες, ακουμπισμένες σ΄ ένα κελλάκι μακρυά απ΄ τον θρόνο Τους!.... Τι περιμένουμε για να κάμουμε το χρέος μας; …..
ΘΗΡΑΙΚΗ ΦΩΝΗ ,
ΕΚΤΑΚΤΟΣ ΕΚΔΟΣΙΣ ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΗ ΕΙΣ ΤΗΝ ΠΕΡΙΣΣΑ
ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΝ ΤΟΥ ΠΑΝΘΗΡΑιΚΟΥ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ
ΑΠΕΦΑΣΙΣΕ ΝΑ ΠΡΟΧΩΡΗΣΗ ΕΙΣ ΤΗΝ ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΙΝ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΝΑΟΥ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΠΕΡΙΣΣΑΣ ΜΕ ΤΑ ΜΕΧΡΙ ΤΗΣ ΣΗΜΕΡΟΝ ΥΠΑΡΧΟΝΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΜΕΣΑ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΕΙΣ
[...] Σαντορινιοί! Μη ξεχνάτε ότι όλοι μας όσον κι αν ζούμε μακρυά από τον τόπο μας, κάποτε στα μικρά μας χρόνια περάσαμε χριστιανικές στιγμές στη γιορτή της Περίσσας. Καθήκον, επομένως όλων μας είναι να βοηθήσουμε για να κτισθή η εκκλησία αυτή, που ναι στενά συνδεδεμένη με τους προγόνους μας, εμάς και τα παιδιά μας.