Quantcast
Channel: Καλλ- ιστορωντας
Viewing all 306 articles
Browse latest View live

Ένας εργαζόμενος μιλάει για την ιστορία της πιο παλιάς ντοματοβιομηχανίας στην Ελλάδα

$
0
0
 Πηγή: www.newsbeast.gr
Γράφει ο Γιώργος Λαμπίρης
Ρεπορτάζ για το κόκκινο τριαντάφυλλο της Σαντορίνης από το 1915 έως και σήμερα
Ανάμεσα σε δυο πολέμους και τη Μικρασιατική Καταστροφή ξεκινά και χτίζεται η ιστορία της ντοματοποιίας στην Ελλάδα. Ο πρώτος ντοματοποιός της χώρας, Δημήτρης Νομικός, ξεκίνησε παράγει πελτέ, δημιουργώντας το πρώτο προβιομηχανικό εργοστάσιο στη Μεσαριά της Σαντορίνης το 1915. Λίγο καιρό μετά το ξέσπασμα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου.


Ωστόσο δεν ήταν το μοναδικό του εργοστάσιο το οποίο σχετίστηκε με σημαντικά γεγονότα της εποχής καθότι το 1922 δημιούργησε ένα ακόμα εργοστάσιο στο Μονόλιθο, ένα από τα πρώτα εργοστάσια κονσερβοποιίας στα Βαλκάνια. Είκοσι τρία χρόνια μετά ακολούθησε το τρίτο του εργοστάσιο στη Σαντορίνη που έφτιαξε ο γιος του, Γιώργος, στη Βλυχάδα, μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Ο μηχανικός που μεγάλωσε μέσα στο εργοστάσιο

Ο Αντώνης Βάλβης ανδρώθηκε, ακούγοντας ξερούς βιομηχανικούς ήχους και το κροτάλισμα των μηχανών στο εργοστάσιο της Βλυχάδας. Παιδί ακόμα μπήκε στο εργοστάσιο και σε ηλικία 7 ετών εισέπραξε από το Νομικό το πρώτο του μεροκάματο. Επτά δραχμές στο χέρι στο τέλος του μήνα.
Ο κύριος Βάλβης αφηγείται στο newsbeast.gr πώς την εποχή που εκείνος ήταν πιτσιρικάς, ο Νομικός έστελνε τα ξυλοκάϊκα φορτωμένα με τενεκέδες. Άλλοι έφευγαν για Πειραιά, άλλοι για Βόλο και κάποιοι άλλοι έφταναν Θεσσαλονίκη. Κι από εκεί σε ολόκληρη την Ελλάδα.


Η ντομάτα στη λαδόκολλα για μια δραχμή

«Θυμάμαι όταν δούλευα στο πρατήριο του Νομικού στον Πειραιά. Πιτσιρίκι. Έπαιρνα το καροτσάκι, φέρνοντας γύρα τα μπακάλικα της αγοράς. Μόλις παρέδιδα στο μπακάλη το δοχείο, εκείνος ξεκινούσε τη μοιρασιά. Μια κουταλιά στη λαδόκολλα για τον κάθε πελάτη. Και μια δραχμή η τιμή για κάθε λαδόκολλα πελτέ», λέει ο Αντώνης Βάλβης.




Η ψυχή του εργοστασίου

Εκείνος έστησε το εργοστάσιο της Βλυχάδας και έθεσε σε λειτουργία όλα τα μηχανήματα. Μηχανήματα που ήταν τότε ό,τι πιο σύγχρονο είχε να επιδείξει η βιομηχανική παραγωγή της εποχής. Κι όλα τους ήθελαν συντήρηση και στενή επιτήρηση. Γι'αυτό και ο Νομικός πλήρωσε τα δίδακτρα για να κάνει τον κύριο Αντώνη μηχανικό, στέλνοντάς τον στη σχολή του Πειραιά. Εκείνος όχι μόνο έστησε το εργοστάσιο της Βλυχάδας στη Σαντορίνη, αλλά και αργότερα τα νέα εργοστάσια της ντοματοβιομηχανίας στην Αλίαρτο και στο Δομοκό.
Ακόμα και σήμερα που η Βλυχάδα έχει κλείσει, καθότι είναι μουσείο, ο Αντώνης Βάλβης συνεχίζει να πηγαίνει εκεί. Σαν να μην έφυγε ποτέ. Κάποιες στιγμές ξαναβάζει σε λειτουργία τα μηχανήματα. Στέκεται και αφουγκράζεται τον ήχο. «Ξεναγώ τον κόσμο στο μουσείο για να ξεσκουριάζει το μυαλό μου», λέει σα να προσπαθεί να αιτιολογήσει τη διαρκή του παρουσία στο χώρο.



Το εργοστάσιο χωρίς στέγη

Όταν έκλεισε το εργοστάσιο ο κύριος Αντώνης ένιωσε μεγάλη θλίψη και πόνο. Ήταν σαν να έχανε δικό του άνθρωπο. «Ένα κομμάτι από τη δική μου ζωή και της οικογένειάς μου».
Γιατί το εργοστάσιο της Βλυχάδας πέρα από το χώρο που δούλεψε από παιδί ήταν το οικόπεδο που είχε ο πατέρας του πριν το πουλήσει το ’45 στο Νομικό.
«Ο πατέρας μου έγινε φύλακας του εργοστασίου από τη στιγμή που έδωσαν τα χέρια και υπέγραψαν τα χαρτιά. Όταν το πήρε ο Γιώργος Νομικός στις αρχές του '45 άρχισε να το χτίζει. Σε έξι μήνες ήταν έτοιμο. Ξεκίνησε να λειτουργεί στις 26 Ιουνίου χωρίς στέγη!» περιγράφει ο Αντώνης Βάλβης.
Όπως λέει όλα τα εργοστάσια της εποχής κατασκευάζονταν κοντά στη θάλασσα. Έπρεπε να έχουν πρόσβαση σε θαλασσινό νερό για το πλύσιμο της ντομάτας και τη ψύξη των μηχανημάτων.
Μάλιστα το χειμώνα του 1952, στη διάρκεια της κακοκαιρίας, ο χείμαρρος που δημιούργησε η νεροποντή έσπασε την πόρτα της μεγάλης αυλής και μπήκε στο εργοστάσιο. Τα νερά παρέσυραν στη θάλασσα προϊόντα και μηχανήματα, δημιουργώντας όγκους λάσπης στο εργοστάσιο ύψους 2,30 μέτρων.



Οι στακαδόροι κουβαλούσαν τα μηχανήματα στους ώμους

Αλλά και τα μηχανήματα ακολουθούσαν το δικό τους μακρύ δρόμο για να φτάσουν στο εργοστάσιο. Από το λιμάνι και για χιλιόμετρα ταξίδευαν πάνω στα χέρια και στους ώμους των στακαδόρων.
«Ομάδες μανουβραδώρων-στακαδόρων, δημιουργούσαν ξύλινες κατασκευές, τις έδεναν με σχοινιά και όταν το βάρος ήταν χαμηλού ύψους το σήκωναν στους ώμους τους 40-50 άτομα», λέει χαρακτηριστικά.
Μιλώντας για το λουκέτο στο εργοστάσιο λέει πως ο Νομικός αγωνίστηκε να το κρατήσει στο νησί του. «Παρόλ'αυτά, όσο ο τουρισμός αυξανόταν, μειωνόταν η παραγωγή. Σκεφτείτε πάντως ότι τα τελευταία χρόνια πριν κλείσει, για να ενισχύσει τους παραγωγούς του νησιού, πλήρωνε τρεις φορές περισσότερο την τιμή κιλού για την αγορά της ντομάτας».


«Άνοιγα το κουτί με τον πελτέ και ήταν σαν να περνούσε κοπέλα που φορούσε άρωμα»

Ο κύριος Βάλβης δεν ήταν μόνο ο μηχανικός του εργοστασίου. Αλλά ταυτόχρονα και διευθυντής και κυτιοποιός.
«Καταπιανόμουν σχεδόν με όλες τις δουλειές. Κι όταν άνοιγα κανένα κουτί για να δω αν πήγαν όλα εντάξει στο βράσιμο, γύριζαν όλοι το κεφάλι τους. Ήταν σαν να περνούσε μία κοπέλα με δυνατό άρωμα. Την εποχή που οι ντομάτες ήταν αγνές. Χωρίς λιπάσματα παρά μόνο φακή με κριθάρι και φακή, τη λεγόμενη υγρή λίπανση. Θυμάμαι ότι έκοβες τη ντομάτα και δεν έσταζε ούτε σταγόνα κάτω. Την περίφημη άνυδρη κατσαρή ντομάτα της Σαντορίνης. Με τρία κιλά ντομάτα, βγάζαμε ένα κιλό πελτέ, ενώ μία κανονική ντομάτα χρειαζόταν αναλογία εννέα κιλών, για ένα κιλό πελτέ».
Η επιχείρηση εγκατέλειψε οριστικά το νησί το 1981. Όπως λέει ο Αντώνης Βάλβης, μία από τις βασικές αιτίες αποτέλεσε μια αποτυχημένη συμφωνία με τους Άγγλους με αποτέλεσμα να μην προχωρήσουν το εργοστάσιο να μην κάνει ποτέ εξαγωγές. «Κάναμε το λάθος να συμπυκνώσουμε παραπάνω τον πελτέ για να είναι πιο ελαφρύς κατά τη μεταφορά. Το αποτέλεσμα ήταν ότι άλλαξε το χρώμα της ντομάτας και έγινε πιο σκούρο. Οι Άγγλοι νόμιζαν δεν ήταν καλός ο πελτές και η συμφωνία δεν έκλεισε ποτέ. Δεν ήθελαν γεύση. Ήθελαν χρώμα. Μας κόπηκαν τα φτερά και ο Νομικός δεν έστειλε ποτέ ξανά στο εξωτερικό από τη Σαντορίνη. Ίσως ήταν και ένας από τους πιο καθοριστικούς λόγους που οδήγησαν στο κλείσιμο του εργοστασίου το '81…»





Πρόσφατα το παλιό εργοστάσιο τομάτας, Δ. Νομικος, στη Βλυχάδα, έγινε ένα σύγχρονο Βιομηχανικό Μουσείο σκιαγραφώντας τα βήματα μιας βιομηχανικής εποχής που άφησε ανεξίτηλα τα σημάδια της στο νησί.

Τραγούδια της Ξενιτειάς από τη Σαντορίνη

$
0
0
φώτο: Κωνσταντίνος Μάνος 
Όταν η ξενιτειά ( ή ξενιτιά) ήταν η φυγή εκτός Σαντορίνης αλλά και γενικά....
Δύο τραγούδια από την «άλλη Σαντορίνη»....
Πηγές: α) Μαρία Μαυρομμάτη: Λαογραφική Συλλογή του χωριού Πύργος της Επαρχίας Θήρας,  1968-1969 , www.pergamos.lib.uoa.gr
            B) Ι.Μ.Δανέζης «Σαντορίνη», 1970  σ.229



Α)Έτσι  το   θέλησε  ο  Θεός ,
έτσι  λοιπόν  ας  γίνει,
να  είσαι  εσύ  στην  ξενιθειά
κι  εγώ  στην  Σαντορίνη

διαβολεμένη  ξενιθειά,
εσύ  και  το  καλό  σου,
πιότερα  ναι  τά  δάκρυα,
από  τι  τα  καλά  σου.

΄Ολοι  μου  λένε  γιάντα  κλαίς,
κι  αν  κλαίω ποιόνε βλάφτω,
έχω  παιδί  στην  ξενιθειά,
και  δεν  μπορώ  να  μάθω.

Τση θάλασσας  της  έταξα,
ένα  κουτί κορδέλλες,
να  φέρει  την  αγάπη  μου,
σε δέκαπέντε   ημέρες.

Ο ξένος μες την  ξενιθειά,
πρέπει  να  βάζει  μαύρα,
για  να  ταιριάζει  η  φορεσά,
με της  ψυχής  τα  μαύρα .

Βασανισμένο  μου  κορμί,
σε  ξένη  επαρχία,
σου  στέλνω  το  κορμάκι  μου
σε  μια  φωτογραφία.

Λάβε  κορμί  δίχως  ψυχή ,
ως  στόμα  δίχως αίμα
και  την  φωτογραφία  μου
για  να  θυμάσαι  εμένα.

Ο  ζωντανός  ο  χωρισμός,
είναι  για  τα  θηρία,
όχι  για  μάνα  με  παιδί ,
γιατί  ναι  αμαρτία.

Βασιλικό  ηφύτεψα,
στ΄    Αθήνας  το  μποστάνι
για  να  παιρνουν  τ   αδέλφια  μου 
να  κόβουν  το  κλαδάκι.





Β) Καλέ κι είντα να του στειλα του ξένου μου στα ξένα.
Να πέμψω μήλο τρώεται δαμάσκηνο σαπιέται.
Σταφύλι ξετζαμπιάζεται, τριαντάφυλλο μαδιέται.
Μα γι ας του κάμω μήνυμα, μα γι ας του κάμω γράμμα,
Φοβούμαι και τον μηνυτή, φοβούμαι και το γράμμα,
Μη πιάσουν κι αναγνώσουντο και το βρουνε γραμμένο,
Πως μεσ’τα φύλλα της καρδιάς τον έχω βουλομένο.
Συλλογή Ελληνοδιδασκάλου Οίας

Ματθαίου Πυργιανού, 1888.

Το "λακριντί"του Ιωσήφ Δεκιγάλλα με έναν λεπρό ( έκρηξη του 1866)

$
0
0
 Είναι φορές που κάποια ψήγματα ιστορίας του νησιού μας, δεν θέλουν ούτε καν ερμηνεία, μόνο μία απλή παράθεση. Σε ένα από αυτά, συναντάμε τον ξεχωριστό Ιωσήφ Δεκιγάλλα να συνομιλει  με έναν λεπρό της Σαντορίνης κατά τη διάρκεια της έκρηξης του 1866

Στο συλλογικό τόμο «Σαντορίνη», του Μιχ Δανέζη ( 1971), σσ. 397, ο Φίλιππας Κατσίπης (αντι) γράφει τον διάλογο αυτο: Το ημερολόγιο έγραφε   18 Φεβρουαρίου 1866 . 
«τότες που το νησί βογάριζε κι όλος ο  κόσμος πίστευε πως το νησί θα βούλιαζε ....[..]
Περί την 8 μ.μ. ὥρα  μετέβην ἐκτός τῆς πόλεω πρός τήν νοτιοδυτικήν άκτήν ἱνα ἐκεῖθεν παρατηρήσω κάλλιον τὸν μεταξύ Παλαιᾶς και Νέας Καμμένης πορθμόν ὅπου καί ἡ νῆσος  Ἀφρόεσσα κεῖται. Τά πυκνά νέφη τά μετά τοῦ μετεωριζόμενου ἀδιακόπως ἡφαιστείου ἀτμοῦ συγχεόμενα ἐκάλυπτον τόν ἀσέλην οὐρανόν καί καθίστων ἔτι μᾶλλον ζοφοδεστέραν τήν νύκτα. Βαθυτάτη σιγή πανταχόθεν μέ περιεκύκλου καί  αἱ φλογεραί λάμψεις τῆς Ἀφροέσσης  εἵλκυαν τά βλέμματά μου ὅθεν καθήμενος ἐπί τινός βράχου ἐτερπόμην , παρατηρῶν τήν λαμπράν τῆς Ἀφροέσσης φωταψίαν καί ἀκούων νῦν μέν τόν φλοῖσβον των, διακόσια περίπου μέτρα ὑπό τούς πόδας μου, προσκρουόντων εἰς τάς ἀποτόμους ακτάς κυμάτων, νῦν δὲ τήν γοεράν καί άπαισίαμ φωνήν των ἐπί τὼν βράχων νυκτοκοράκων, ὅτε ἤκουσα βρογχώδη φωνήν κράζουσαν με , καί στρέψας τούς ὀφθαλμούς εἶδον ὡς νυκτερινόν τι φάσμα , ἐνώπιόν μου ἕνα τῶν ἐκεί πλησίον διαμενόντων δυστυχῶν λεπρῶν, ὅστις τρεμούση τῇ φωνῇ καί παλλούση καρδία μοί εἶπε:
-          - Εἰπέ, σέ παρακαλῶ  καί εἰς ἡμᾶς, πότε θά καταβυθισθῶμεν;... Σεῖς, ἔχετε τά ἀτμόπλοια, ἵνα σᾶς σώσουν, ἀλλα ἡμεῖς;.. ἡμεῖς  οἱ ἐγκαταλελειμμένοι καί ὑπ’αὐτῶν ἀκόμη τῶν στενότερων συγγενῶν...μακράν τῆς κοινωνίας τῶν ἀνθρώπων, εἰς ποῖον νά ἐλπίζωμεν;...
-         -  Κατηραμένος τῷ εἷπον, ὁ ἐλπίζων εἰς τόν ἄνθρωπον. Αἱ ἐλπίδες ἡμῶν ἔστωσαν εἰς τήν Θείαν Πρόνοια, τήν ὑπερ τῶν πτηνῶν καί τῶν ἑρπετῶν τῆς γῆς μεριμνῶσαν  αὕτη εἰσακούουσα τάςταπεινάς ἡμῶν δεήσεις θέλει εὐλογήσει διά τῆς κραταιᾶς αὐτῆς χειρός τήν προσφιλῆ ἡμῶν πατρίδα καί θέλει σώσει ἄπαντας...
ο Άγιος Ιωάννης ο ελεήμων
-ο χώρος του λεπροκομείου 
Μόλις εἶχον προφέρει τάς λέξεις ταύταας ὁτε βροντώδης  κρότος μοί ἀνήγγειλε νέαν ἐκπυρσοκρότησιν ὅθενστρέψας τοὺς ὀφθαλμούς εἶδον ἀναβάντων νέφη λευκοῦ ἀτμοῦ καί μύδρους καταπίπτοντας εἰς διάφορα τῆς θαλάσσης μέρη.
   - Ἰδε τῷ εἶπον, πόσον μεγάλα καί λαμπρά εἰσί τά ἔργα τῆς φύσεως, καί παρηγορήσας αὐτόν ἐπανέκαμψα εἰς τά ἴδια, ἀναπολῶν τὰ περικυκλοῦντα τήν δύστηνον ἀνθρωπότητα ἀπειράριθμα κακά.....
 -  Ματαιότης ματαιοτήτων, τά πάντα ματαιότης...»

Χριστούγεννα στη Σαντορίνη ( 2016 )

$
0
0

Ας δουμε το λοιπός λίγα πράγματα για τον τρόπο βίωσης των Χριστούγεννων στη Σαντορίνη.
Οι φιλόθρησκοι κάτοικοι του νησιού μας γιορτάζουν ιδιαίτερα βυζαντινά και τις γιορτές του Δωδεκαημέρου. Παλιότερα όπως γράφει η Γουλιελμία Συρίγου «υπήρχε ένα έθιμο στη  Θεία Λειτουργία των Χριστουγέννων το φερτάρισμα του ιερέα και των πιστών για τον μικρό βοηθό της εκκλησίας. Ήταν ένα είδος καληχέρας για το ακούραστο κοπέλι .» Όταν έψαλλαν το «Στέργειν μεν ημας ως ακίνδυνον φόβω…»που συνήθως το έλεγε το ίδιο το παιδι στο σημείο που τελείωνε ο ύμνος με τη φράση «όση πέφυκεν η προαίρεσις διδού», ο ιερέας θυμιάζοντας, πλησίαζε το δισκάριο που είχαν θέξει γι αυτό το σκοπό και έριχνε το φιλοδώρημά του  Στη συνέχεια ακολουθεί όλο το εκκλησιάσμα.....Αυτή είναι η προαίρεσις το λοιπόν, στην οποία όπως αναφέρει σε παλαιότερη εφήρίδα των Θ.Ν. ο Φ. Κατσίπης γινόταν μόνο στο Μεγαλοχώρι
Το βράδυ βγαίναν τα παιδιά με καράβια κ αι φαναράκια για τα κάλαντα
Από μία λαογραφική εργασία της Μαρίας Μαυρομάτη το 1969 η οποία εντοπίστηκε στο Λαογραφικό Αρχείο –Πανεπιστημιακή Συλλογή του Πανεπιστημίου Αθηνών, εκτός από τους βασικούς στίχους στα Πανελλήνια Κάλαντα έχουμε και τα παρακάτω…:
«Καλην εσπέρα Άρχοντες κ.τ.λ.
Απάνω στο παράθυρο γαρυφαλάκι πράσινο στέκει μια περιστέρα και του χρόνου τέτοια μέρα ( τσάκισμα)
Φέρτε πανέρια κάστανα Φέρτε και πορτοκάλια
Για φέρτε και γλυκό κρασί να πιουν τα παληκάρια….».
Τα κάλαντα τα λέγανε και οι μεγάλοι ….. Σύμφωνα δε με την προαναφερθείσα εργασία  «το λιγότερο που ημπόργιες να τσι δώκεις ήτανε το τάλληρο…». Σαν μια ξεβάρεση και εκείνοι από τις έγγνοιες τις καθημερινές
Στη Σαντορίνη τα παλιά τα χρόνια συνήθιζε όλη η οικογένεια να νηστεύει …. Το βράδυ λοιπόν μετά τον εσπερινό των Χριστουγέννων, συνηθισμένο φαγητό ήταν ο πετεινός ή η κόττα αλλά όπως αναφέρει χαρακτηριστικά και ο  Μάρκος Αβ.Ρούσσος, ο «κοφτός από σιτάρι και λαρδι:  Από την προηγουμένη έβαζαν σιτάρι σε μία λεκάνη με νερό και άμα τούτο μαλάκωνε το κοπάνιζαν στο πέτρινο μουρτάρι με τη μάτσα για να αφαιρεθεί ο φλοιός και κατόπιν τη νύκτα πριν από τη λειτουργία έβραζαν το σιτάρι με λαρδί
Φυσικά η νοικοκυρά του σπιτιού θα  πρεπε μέχρι το απόγευμα το πολύ της παραμονής να είχε τελειώσει το  εργόχειρό τση γιατί πίστευαν ότι θα το τελείωναν οι καλλικάτζαροι.  Ξεχωριστή είναι η παράδοση για τους καλλικάντζαρους στο νησί
Όλο το σαραντάμερο βάζουν ένα κόσκινο στην καμινάδα του σπιτιού, όταν θα ρθουν οι Καλικάντζαροι, μέχρις να μετρήσουν τις τρύπες του κόσκινου  να έχει ξημερώσει και  να φύγουν.Παράλληλα δε λένε ότι όσοι γεννηθούν παραμονές Χριστουγέννων γίνονται Καλικάντζαροι γι’ αυτό πρέπει να βάζουν μπροστά στο κρεβάτι τους μια σκάφη με νερό, ώστε μόλις πάνε να σηκωθουν να πατουν μέσα στο νερό και να ξυπνούν και να μη γίνονται Καλλικάτζαροι, ενώ ταυτόχρονα σύμφωνα με αφήγηση της Ε.Σ. από το Μεγαλοχώρι: « τι όσοι έχουν γεννηθεί παραμονές Χριστουγέννων, όταν φθάνουν τέτοιες μέρες καταλαμβάνονται από μελαγχολία ( και τούτο γιατί θεωρείται αμάρτημα, να γεννώνται άνθρωποι την ημέρα που γεννήθηκε ο Χριστός).»
Στον Πύργο υπάρχει και το εξής χαρακτηριστικό στοιχείο της εορτής των Χριστουγέννων Τη δεύτερη μέρα γιορτάζει σύμφωνα με το έθιμο το εξωκκλήσι της Γέννησης στους Πρόποδες του Προφήτη. Απ όσο μπορώ να ξέρω πολύ παλιά πηγαίναν από βραδύς παραμονή των Χριστουγέννων όχι μόνο Πυργιανοί αλλά και από άλλα μέρη μαζί με τα φαναράκια τους  και κάνανε τον Εσπερινό των Χριστουγέννων εκει… μένανε το βράδυ στο Εκκλησάκι όσοι μπορούσαν και τιμούσαν τα Χριστούγεννα το επόμενο πρωι…..
Όσο για τη θρυλική Πουτίγκα της Σαντορίνης  να τη και η συνταγή:
¾ του κιλού ζάχαρη,
2 κιλά γάλα,
½ κιλό σιμιγδαλι χοντρό,
7 αυγά (χτυπημένα με 1 κουταλιά βούτυρο),
Ψυχα, αμυγδαλο ασπρισμενη
ξυσμένο πορτοκαλί,
1 ½   κουταλιά σούπας κανέλλα.
Βουτυρώνουμε το ταψί με λίγο σιμιγδάλι για να μην κολλήσει και το ψήνουμε σε προθερμασμένο, φούρνο στους 200 βαθμούς για μία ώρα. 
Για να διαπιστώσουμε όλοι το πως βίωναν οι Θηραίοι τα Χριστούγεννα, χαρακτηριστική είναι η αφήγηση του Μάρκου Αβέρκιου Ρούσσου  στα «Λαογραφικά της Σαντορίνης» του,: «  ...Άκουσα τα παρακάτω λόγια μιας Θηραϊας χωρικής που πλησιάζοντας για να προσκυνήσει την εικόνα της Γεννήσεως, στάθηκε για μία στιγμή σε στάση προσευχής κοίταξε με δάκρυα θρησκευτικής συγκινήσεως τη στενόχωρη φάτνη που φιλοξενούσε τον Αχώρητο, έκανε το σημείο του Σταυρού και ακουμπώντας τα χείλη της πάνω στο Θείο Βρέφος ψιθύρισε : « Μάθια ήντα κρυώνεις μωρό μου !!!». Αυτά τα λόγια δείχνουν πόσο οι παλαιοί Θηραίοι  έννοιωθαν σα να ζούσαν τη Γέννηση του Χριστού.  





Παρακάτω  μία παραλλαγή για τα κάλαντα των Χριστουγέννων  με το σκοπό των καλάντων για τα Θεοφάνεια. 


Μία ...Σαντορίνη του Οδυσσέα Ελύτη

$
0
0

Η συναυλια των γυακινθων- Προσανατολισμοί, Οδυσσέας Ελύτης






....Να ξαναγυριζεις στο νησι της αλαφροπετρας μ'ενα τροπαριο ξεχασμενο που θα

ζωντανευει τις καμπανες δινοντας θολους ορθρινους στις πιο ξενιτεμενες

να φιλευεσαι απ'την ιδια τους θλιψη. Να μη νιωθεις τιποτε πανω απ'τους

θυμησες. Να τιναζεις τα μικρα περβολια εξω απο την καρδια σου κι υστερα παλι


σε παιρνουν τ'ανωμαλα πετρινα σκαλια ψηλα ψηλα κι εκει να καρδιοχτυπας εξω

αυστηρους βραχους κι ομως η μορφη σου ξαφνικα να μοιαζει με το υμνο τους. Να
ασπρη αρχιτεκτονικη της τυχης σου.....
απ'την πυλη του καινουριου κοσμου. Να μαζευεις δαφνη και μαρμαρο για την


Και να'σαι οπως γεννηθηκες, το κεντρο του κοσμου.




"Ενθύμιο"από το Φηροστεφάνι Σαντορίνης - Οικογένειες Εμμανουήλ Δειμέζη και Κωνσταντίνου Πλατή

$
0
0
η αρχή του "Ενθυμίιου"
Ντίνα Δειμέζη 
 Πριν από λίγο καιρό, ελαβα ένα εξαιρετικό δώρο,  μια παρουσίαση  οικογενειών  πάνω στην οποία μεσα από μερικές έγχρωμες φωτοτυπίες καταλλήλως προσαρμοσμένες, οι επομένες γενιές της οικογένειας αυτής θα γνωρίσουν τις προηγούμενες. Αναφέρομαι στα «ενθύμια από το Φηροστεφάνι Σαντορίνης- Οικογένειες Εμμανουήλ Δειμέζη και Κωνσταντίνου Πλατή».  Το εξαιρετικό αυτό δώρο μου το πρόσφερε η κυρία Φιορίνα Ζαγκλακίδου Σίμου, την οποία και ευχαριστώ θερμά.  με καταγωγή από το Φηροστεφάνι, απόγονος των συγκεκριμένων οικογενειών.  Τι το ξεχωριστό έχει αυτό το «ενθύμιο» ; Με πολύ μεράκι το οποίο φαίνεται κιολας η κυρία Φιορίνα, μάζεψε υλικό της οικογένειας της αλλά και από ιστορικές πηγές έτσι ώστε συνδυάζοντας την καταγραφή με την έρευνα να συμβάλλει με τον τρόπο της στην ανάδειξη της ιστορίας.
Το πρώτο αρχείο είναι ένα γράμμα της προς τις αδελφές του Ελέους γνωρίζοντας μας την οικογένειά της. Η γιαγιά της λεγόταν Μαρί Δειμέζη, σύζυγος Κωνσταντίνου Πλατή και ήταν από το Φηροστεφάνι. Εϊχε γεννηθεί γύρω στα 1870   και από τα  αρχεία της  ήταν μαθήτρια της Σχολής  των αδελφών του Ελέους στη Σαντορίνη. Έμεινε χήρα πολύ νέα  ενώ το Μοναστήρι  θέλοντας να συμπαρασταθεί στην οικογένεια  ανέλαβε τη δωρεάν εκπαίδευση των θυγατέρων της, Μαργαρίτας και Αικατερίνης.
Από το προσωπικό αρχείο της οικογένειας για τη Σχολή των Αδελφών του Ελέους η οποία ιδρύθηκε στη Σαντορίνη το 1841 μέχρι και το 1955  μπορούμε να διαπιστώσουμε το εκπαιδευτικό υπόβαθρο των Καθολικών σχολείων  και την ευρύτερη προσέγγιση μεταξύ Καθολικών και Ορθοδοξων.
Εκτός από τα ενθύμια που εντόπισε από τη Σχολή, και έχοντας ως βάση την εξαιρετικά χρήσιμη εκπαίδευση της , μπορούμε να μάθουμε ότι η  Μαργαριτα,  εργάστηκε στο Πολιτικό Γραφείο του Ελευθέρίου Βενιζέλου  και στη Διεύθυνση Μηχανικού του Στρατού ως  μεταφράστρια΄.
οι Εμμανουήλ και Σπύρος Δειμέζης
Ο Εμμανουήλ Δειμέζης γεννήθηκε στο Φηροστεφάνι της Σαντορίνης γύρω στα 1830. Ήταν έμπορος και ταξίδευε με τα καίκια στη Ρωσία κυρίως από την Οδησσό, όπου πουλούσε κρασί και τα λιγοστά προίοντα της Σαντορίνης και έφερνε σιτάρι. Από τα ταξίδια του αυτά έφερνε στους δικούς του και διάφορα δώρα. Είχε παντρευτεί την Μαργαρίτα Βαζαίου και τα παιδιά τους ήταν η περίφημη Μαρία- Μαρί  Δειμέζη, ο Λουκάς, η Ειρήνη, ο Γιώργος που ζούσε στη Ρωσία και ο Σπυρίδων.
Ο αδελφός του Σπυρίδων   (1829 - 1902) ήταν Έλληνας οικονομολόγος, πολιτικός και δικαστικός που διετέλεσε πρόεδρος ] του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Γεννήθηκε στη Σαντορίνη. Εισήλθε στο δημόσιο ως υπάλληλος στην ταμιακή υπηρεσία του κράτους φτάνοντας[1] μέχρι τον βαθμό του διευθυντή του Γενικού Λογιστηρίου. Το 1890 διορίστηκε πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, θέση στην οποία παρέμεινε μέχρι και το 1892. Το ίδιο έτος διορίστηκε υπουργός οικονομικών στην κυβέρνηση Κωνσταντόπουλου. Εξελέγη βουλευτής Τροιζηνίας στις εκλογές του 1895.Απεβίωσε το 1902.
 Η συνέχεια του «ενθυμίου» μας φέρνει στην αναφορά του Νίκου Αλπράντη, από τα «Γενεαλογικά της Σαντορίνης» , αλλά και σε άλλες πηγές που αναδεικνύουν μέρος της ιστορίας της οικογένειας.
Ενδιαφέρον σημείο στην ιστορία αυτή είναι και το «Νησάκι  Λαζαρέτο ή Δειμέζη».      Στην  Πλάκα του Πόρου,δίπλα στο  Μπούρτζι, υπάρχει ένα μικρό γραφικό νησάκι, που το ξέρουμε  σαν νησάκι Δεϊμεζη, ή Καρρά, το Λαζαρέτο.
το Νησάκι Δειμέζι, Καρρά, η Λαζαρέτο στον Πόρο 
     Η νησίδα "Δεϊμέζη"   παραχωρήθηκε  στον  Δημ. Σπυρ. Δεϊμέζη με  το αριθμ. 26538/30-7-1912  παραχωρητήριο του υπουργείου   Από τον   Δημ. Δεϊμέζη  περιήλθε  στο  γαμπρό   του δικηγόρο Βασίλη Καρρά.   Τα έτη  1969-1970  ο Καρράς προσπάθησε να το πουλήσει  στο βαθύπλουτο Γάλλο  Ανρύ Γκοέν. Εγινε προσύμφωνο, δόθηκε προκαταβολή  και ο Γάλλος πήγε πάνω στο νησάκι μπουλντόζες  και   άλλα μηχανήματα  για να διαμορφώσει το χώρο. Πήγε ακόμα  και νερό του Δήμου, και πολλές γλάστρες. Αλλά τελικά  διαπιστώθηκε ότι δεν μπορούσε να χτίσει κι έτσι  το εγκατέλειψε, χάνοντας την προκαταβολή, και αγόρασε στο  Καραπολίτι.      Από τον Καρρά περιήλθε στο γαμπρό  του   Καπράλο  που είχε τα πλοία  «Μάνια»   και   «Δελφινάκι».   Το νησάκι δεν έχει κτίσματα. (http://www.koutouzis.gr/mnimeia.htm)
ο Κωνσταντίνος Πλατής
 Το «ενθύμιο» αυτό κλείνει με μια μικρή ιστορία της οικογένειας Πλατή.  Ο Κωνσταντίνος Πλατής   ζούσε στο Κοντοχώρι μαζί με την οικογένειά του στο Κοντοχώρι. Απέκτησε τρεις κόρες μεταξύ αυτών και την Μαργαρίτα Δειμέζη. Μαζί με τα αδέλφια του διατηρούσαν Οινοποιείο στη Σαντορίνη με την επωνυμία « Οίνοι Θήρας, Αδελφοί Ι. Πλατή).   Το κρασί της οικογενείας είχε βραβευθεί με Χρυσό βραβείο και στη Διεθνή Έκθεση στο Παρίσι το 1900. Ο Κωνσταντίνος ταξίδευε με καίκια στη Ρωσία  και πουλούσε το κρασί τους φέρνοντας πίσω σιτάρι και τρόφιμα. Πέθανε το 1907 ενώ η επιχείρησή του μεταφέρθηκε στην Αθήνα.



 Vin De Santorini , Volcan, Βραβείο Χρυσούν, 1900 Παρισίων 
  Είμαι σίγουρος οτι σε πάρα πολλες οικογένειες από το νησί, μπορούν να βρεθούν τέτοιου είδους  προσωπικά αρχεία τα οποία με το πέρασμα των χρόνων θα μπορούν να συμβάλλουν στην ευρύτερη διάδοση της ιστορίας του νησιού. Ένα από τα βασικά σημεία της ανάδειξης της τοπικής ιστορίας είναι η    η καταγραφή αυτών των προσωπικών αρχείων  όπως έκανε η κυρία  Φιορίνα Ζαγκλακίδου Σίμου, μέσα από τα οποία τα εγγόνια και τα ανήψια θα γνωρίσουν την οικογένεια της, θα γνωρίσουν τη Σαντορίνη. Ας αναλογιστούμε όλοι τη σημασία αυτής της μνήμης και ας ανατρέξουμε στα χρονοντούλαπα.... Ακόμα και μία φωτογραφία του χθες  θα μας μετάφερει με μια "κόκκινη κλωστή"στο αύριο ....


Η Μυθ-Ιστορία της Σαντορίνης

$
0
0

Η συναρπαστική Ιστορία της Σαντορίνης δεν θα μπορούσε να μην έχει και την αντίστοιχη προέκτασή της στη Μυθ-Ιστορία. Μέσα από το ανεξάντλητο ψηφειακό αρχείο εντόπισα άρθρο της «Εφημερίς των Φιλομαθών» της 23ηςΦεβρουαρίου 1866 ( Πηγή Ψηφιακή Βιβλιοθήκη Α.Π.Θ.). 
Η συγκεκριμένη έκδοση της εφημερίδας έγινε για άλλη μια φορά λόγω της έκρηξης του 1866. Στην αρχή της εφημερίδας «στο σχολείο»μιας άλλης εποχής με μαθήτριες τις  «αρχαίαι χώραι και πόλεις» αναφέρει χαρακτηριστικά η  «μαθήτρια Θήρα» προσπαθώντας να πλέξει την Ιστορία του Ηφαιστείου με την αποικία της Κυρήνης και τη θάλασσα» :Έρωτηθείς ποτέ τες ποιος είναι; άπεκρίθη «εινε ό θεΐός μου δεσπότης». "Οταν αί άρχαϊαι χώραι καί πόλεις έπαρουσιάσθησάν εις τήν ιστορίαν καί ήρωτώντο κατά  μέρος έχάστη τίς ήτο, ή νήσος Θήρα είπεν 4 είμαι μητρόπολας τής Κυρήνης.» Αί συνάδελφοί της έγέλασαν, ή δέ Θήρα έννοήσασα τήν έννοιαν τοΰ γέλωτος κατώρθωσε διά τας φιλοτιμίας της νά μή εχη ανάγκην νά δανείζεται παρά τής θυγατρός της σημασίαν, ίσως καί διότι εΐδεν ότι αΰτη έπαυσε πλέον καί όνομα καί σημασίαν νά έχη. Ηΰξησε δέ καί έμεγάλυνε τό όνομα τής Θήρας καί ή πρός αυτήν αγάπη τοϋ πατρός της Ήφαιστου καί τοΰ έραστοΰ της ένοσίχθονος Ποσειδώνος, ών ό μέν παίζει αυλόν, δέ τήν χορεύει όταν τοΰ έλθη διάθεσις· στέλλει είς αυτήν χάριν συντροφιάς νέα τέκνα του ό πατήρ της ΐνα μή στενοχωρήται μένουσα μόνη, καί πάλιν όταν οίατρηλατηθή υπό φιλοστοργία; τ’ ανακαλεί.

Ετσι λοιπόν εμπλέκοντας  τον Μύθο και την Ιστορία προσπάθησε να ξεκίνησει ο αρθρογράφος έναν διαφορετικό τρόπο κατανόησης της Ιστορίας... Υπάρχουν πολλές  παράμετροι της ιστορίας μας που μπορούν να παρουσιαστούν αρχικά ως μέρος μιας Μυθιστορίας όχι μόνο για τα μικρά παιδιά αλλά και για τους μεγάλους. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι οι Δάσκαλοι και Καθηγητές του νησιού μπορούν να αξιοποιήσουν το έτοιμο υλικό ώστε να μπορέσουν να δώσουν τα κίνητρα έρευνας μιας «άλλης Σαντορίνης»

Όταν οι φωτογραφίες μιας άλλης Σαντορίνης ...εξιστορούν ... Οικογένεια Γεωργίας Λυγνού από τη Μεσσαριά

$
0
0
Νικόλαος  Λυγνός (γενν.1921) και
Στυλιανή Ρούσσου (γενν.1923)
Οι γονείς της κυρίας Γεωργίας
σε μία από τις άδειες στρατού 1947- 1948 
Σήμερα θα γνωρίσουμε  μέσα από τις φωτογραφίες την οικογένεια της κ. Γεωργίας Λυγνού από τη Μεσσαριά η  οποία μαζί με την κόρη της  Γιώτα Μητρογιάννη μας παραχώρησαν φωτογραφικό υλικό μιας άλλης εποχής και τις οποίες ευχαριστώ Θερμα για την τιμή.  Ταυτόχρονα δε, η κυρία Γεωργία αφηγείται όσες μικρές μα  τόσο ξεχωριστές στιγμές της οικογένειας της θυμάται.  Η ανάρτηση αυτή γίνεται για άλλη μια φορά για να γίνει κατανοητό οτι μέσα από το αρχείο των οικογένειων της Σαντορίνης μπορεί να σκιαγραφηθεί μια άλλη εποχή ... να γνωρίσουμε άτομα, τρόπο ζωής κ.α. και να συνδυάσουμε ιστορικά και μη γεγονότα. Ταυτόχρονα δε με μία ευρύτερη πολιτική διάσωσης , ανάδειξης , διάχυσης του λαικού πολιτισμού της Σαντορίνης (φωτογραφίες, συνεντεύξεις κ.α)  θα μπορούσε να συμβάλλει στην ανάδειξη της Σαντορίνης σαν ένα ευρύτερο παγκόσμιας φήμης και ιστορίας χώρο, όπου εκεί δεν θα αναδεικνύονται μόνο τα γεωλογικά γεγονότα αλλά και οι συνέπειες αυτών στον τόπο αλλά και στον άνθρωπο, αλλά και τα ξεχωριστά Πολιτισμικά Στοιχεία μιας άλλης εποχής. 

 Στην παραπάνω  φωτογραφία από την «παλλάδα» στα ορυχεία  περιπου το 1952-1953. Ο πατερας της Νικόλαος Λιγνός του Δημητρίου είναι ο δεύτερος κάτω δεξιά. 

 Στη διπλανή φωτογραφία οι γονείς της γυρίζοντας από το πανηγύρι του Αι Γιάννη στον Μονόλιθο γύρω στο 1953- 1954.  « Η μητέρα μου αναφερόταν πολύ συχνά στο παρελθόν και στην ζωή της στο νησί.Η οικογένειά της  ήταν φτωχή. Ήταν η μεγαλύτερη από τα τρία παιδιά της οικογένειας. Ήταν πολύ όμορφη και ο πατέρας μου την ερωτεύτηκε αμέσως. Όμως αυτή του έκανε κόλπα και αφού είδε και απόειδε ο άνθρωπος άρχισε να γλυκοκοιτάζει την ξαδέλφη της. Μόλις το αντιλήφθηκε αυτό η μάνα μου,  πολύ γρήγορα  κλέφτηκαν.» [...] « ..Η οικογένειά μου έφυγε από το νησί λίγο πριν το Πάσχα του 1956. Εγώ ήμουν 6 χρονών και ο μεγαλύτερος αδελφός μου ήταν 4. Έτσι η μητέρα μου μας φόρτωσε στο καράβι και πήγαμε στην Αθήνα. Ο πατέρας μου βρισκόταν ήδη στην Αθήνα για δουλειά, για να καταφέρει να ξεχρεώσει τις 300 δρχ. που χρωστούσαμε στον μπακάλη! Πηγαινοερχόταν στο νησί όποτε υπήρχε δυνατότητα. Έτσι μείναμε πια μόνιμα στην πόλη. Ο πατέρας μου επισκέφτηκε το νησί μία φορά πριν πεθάνει η μητέρα του. Έκτοτε, δεν ήθελε να ξαναπάει....».

Ο παππούς της λοιπόν, Νικόλαος Ρούσσος , ή Φαναράς από τη Μεσσαριά Θήρας, είναι ο πρωταγωνιστής λοιπόν της παρακάτω αφήγησης, όπως τα θυμάται η κυρία Γεωργία από την μητέρα της Στυλλιανή. « Στην καταστροφή της Μ. Ασίας :  Στην άτακτη οπισθοχώρηση των Ελλήνων και στην προσπάθειά του να γλυτώσει κρύφτηκε σε ένα σπίτι και με όπλο ένα γουδί που βρήκε στο σπίτι αυτό αντιμετώπισε Τούρκο στρατιώτη. Έτσι γλύτωσε. Επέστρεψε στην Σαντορίνη φέρνοντας μαζί του και το γουδί… το οποίο βρίσκεται ακόμη στην κατοχή της οικογένειας μας.» «Ήταν ένας πολύ δυνατός άντρας , σήκωνε το μουλάρι όταν ήταν πολύ φορτωμένο και το βοηθούσε να στηλωθεί στα πόδια του. Μια φορά, ήταν τρείς άνδρες και προσπαθούσαν να βγάλουν μία μεγάλη πέτρα από το χωράφι τους όμως ήταν πολύ βαθιά στο χώμα και κουράστηκαν να προσπαθούν. Ζήτησαν την βοήθεια του Νικολού «του Φαναρά».  μόνη αμοιβή που τους ζήτησε ήταν «μισή οκά ψωμί». Του έφεραν το ψωμί, το έφαγε και μόνος κατάφερε να βγάλει την πέτρα.  Βέβαια δεν του άρεσε να πηγαίνει στ’ αγώγια του γιαλού. Δεν του άρεσε γιατί δεν ήθελε να παρακαλάει να πάρει ένα αγώγι και να του πατούν τα μουλάρια τα πόδια. Προτιμούσε να οργώνει στα χωράφια.  Το σπιτάκι του στην Μεσαριά ήταν κοντά στην Αγ. Ειρήνη κάτω από τον Αγ. Δημήτρη. Το μισό ήταν υπόσκαφο. Εκεί γεννήθηκα κι εγώ και μετά ο πρώτος μου αδελφός ο οποίος έχει επιστρέψει στο νησί και ζει μόνιμα τα τελευταία 20 χρόνια.».

« Στην δίπλα φωτογραφία απεικονίζονται οι γονείς του πατέρα μου. Ο παππούς μου Δημήτριος Λυγνός του Ζημωτή και η γιαγιά μου Ειρήνη. Φύτευε ζαρζαβατικά στον Μονόλιθο σε ένα χωραφάκι που είχαν και με το γαϊδουράκι του τα πουλούσε  στο χωριό.Είχε τέσσερα παιδία. Τρείς γιούς και μία κόρη της οποίας τα παιδιά ζουν μόνιμα με τις οικογένειές τους στο νησί.  Ο πατέρας μου ήταν ο πρωτότοκος γιος της οικογένειας.»


Αυτό ήταν ένα μικρό ταξίδι στην οικογένεια της κυρίας Γεωργίας Λυγνού από τη Μεσσαριά.... Αυτό ήταν άλλο ένα λιθαράκι σε μια άλλη Σαντορίνη. 




O Eπι - λήνιος χορός της Σαντορίνης

$
0
0
Στο περιοδικό «Κυκλαδικά» (Μαίος-  1956) ο ξεχωριστής Κυκλαδίτης ερευνητής ιστορίας και λαογραφίας Νίκος Σφυροέρας καταπιάνεται εκτός των άλλων με ένα άγνωστο θέμα στους περισσότερους ακόμα και σε μένα, το τραγούδι του «τρυγητή και του Μέρμηκα». Στην αρχή όταν διάβασα το τραγούδι του Μέρμηγκα, ο νους μου πήγε κατευθείαν στην Κεφαλλονιά, στο πολύ γνωστό σκοπό του Μέρμηγκα ή Κουτσός . είναι η κεφαλονίτικη παραλλαγή του επιλήνιου χορού των Αρχαίων ελλήνων με προσωποποίηση του μέρμηγκα – αμπελουργού – τρυγητή [1] ζευγά.  

Στη δε ιστοσελίδα του Θεάτρου Ελληνικών Χωρών Δωρα Στράτου [2]για τους παραδοσιακούς σκοπούς και τραγούδια της χώρας μας, γράφει για τον Μέρμηγκα ....της Σαντορίνης: «Στην Σαντορίνη μάλιστα χορεύεται μέσα στον ληνό, την ώρα που πατούνε τα σταφύλια, με άλλα τραγούδια. Αρχίζουν να χορεύουν με σιγανό ρυθμό που λίγο-λίγο ζωηρεύει, για να φτάσουν στο τέλος σ'ένα τρελλό ξεφάντωμα, κινήσεις και πηδήματα παράφρονα, πότε στο ένα πόδι και πότε στο άλλο. Μια μακρυνή ηχώ από τα αρχαία χρόνια, όταν εχόρευαν οι Βακχίδες γεμάτες μυστήριο και μέθη. Λόγια και μουσική σε 2/4 του "Πού πας καϋμένε Μέρμηγκα...".  
Ο δε Σφυρόερας λοιπόν γράφει :
Ο τρυητής κι ο μέρμηγκας
Ο μέρμηγκας μου ‘πάντηξε κάτω στον Κατσινάρο
-          Που πας αφέντη μέρμηγκα, τς είσαι σφιχτοζωσμένος;
-          Αμπέλι έχω στα Αρμυρά τσαι πα να το τρυησω
Τσ’ ηπέτυχε το έκλερο τσ’ ήκαμε πέντε ρόες
Τρώει ο κοτσυφός τη μιά τσ’ αμπελικός την άλλη,
τσαι μ’ απομεινάνε οι τρεις.
                                              πιάνω τσαί τσοι τρυοπατώ,
τσαι εμίζω πέντε βούτσους
τσ’ ήτανε αυτοί οι βούτσοι[3],
σαν ένα κουτσί φατσή,
τσι όντε το πρωτονοιξα,
λαχαίνει τσ’ η ειτόνισσα
τσαι τσερνώ την τσαι μεθεί,
τσαι το μάουλο τζ αθεί,
τσαι ξανατσερνώ τηνε,
στέκει τσαι φιλώ τηνε.

Ενώ στη συνέχεια συνεχίζει με τα γνωστά δίστιχα της βεντέμας: «Τώρα που βεντεμίσαμε θα φάμε και θα πιούμε και του καλού αφέντη μας τραούδια θα του πούμε. Να ζήσει χρόνια ευτυχή μαζί με τση κυρά μας και με τα αρχοντόπουλα που είναι η χαρά μας ...»
Κάποιες μικρές παρατηρήσεις ως προς το χορό – τραγούδι του μέρμηγκα στη Σαντορίνη.  Στο τραγούδι που κατέγραψε ο Σφυρόερας ναι μεν μέσα από λαογραφικά στοιχεία φαίνεται οτι προέρχεται από τη Σαντορίνη, αν και θεωρώ οτι γλωσσολογικά υπερβάλλει λίγο ( για παράδειγμα πολλά τσαι τα οποία φαίνεται οτι προστέθηκαν για να τονιστούν).  Από την άλλη  όμως δεν ξέρω αν το χορευάνε αυτό μέσα στο ληνό. Λόγω της υφής του σαντορινιού αμπελώνα, ακόμα και η ιδια διαδικασία του πατήματος των σταφυλιών ήταν ξεχωριστή μεν αλλά προσεχτική δε. Πιστέψτε με, έχω  συμμετάσχει σε πολλές βεντέμες και σε πολλά πατήματα. Το συγκεκριμένο τραγούδι δεν το έχω ακούσει ποτέ.   Πιθανολογώ οτι είναι ένα από τα πολλά τραγούδια της κινητικότητας το οποίο γνωστό στο πανελλήνιο, «προσαρμόστηκε» στην ηθογραφία της Σαντορίνης και έμεινε ως ο «Μέρμηγκας της Σαντορίνης».
Αν κάποιος έχει περισσότερα στοιχεία για αυτό το τραγούδι, αν το έχει ακούσει ή χορέψει ας επικοινωνήσει μαζί μου. Κάθε μέρα η άλλη Σαντορίνη εμφανίζεται



Το καφενείο της Πιπίνας στην Οία,

$
0
0
 Σε μία εποχή όπου τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ,     ( facebook, instagram κ.α) έχουν προστεθεί καλά στη ζωή μας, μπορείς άνετα και με σωστή διαχείριση να εντοπίσεις διάφορα διαμαντια Ιστορίας προς αξιοποίηση. Σε ένα από αυτά, εντόπιστηκε η φωτογραφία από το καφενείο της Πιπινας . Προσωπικά είχα κάποιες αμφιβολίες για το αν  αυτό το καφενείο  ήταν στην Οία ή στον Πειραιά με Οιάτες της Εποχής.  Ο David Seymour διάσημος Πολωνός φωτογράφος σε ένα του ταξίδι στην Ελλάδα (1951) αποτύπωσε χαρακτηριστικα τις μορφές αυτές μιας άλλης Σαντορίνης. Πηγήτηςφωτογραφίας : International Center of Photography - Ben Shneiderman Collection. Συζητώντας διαδικτυακά με τον «Ένας Πανωμερίτης» τον οποίο και ευχαριστώ θερμά για την εμπιστοσύνη και τη τιμή, βρήκε οτι το καφενείο είναι όντως  ένα από όσα υπήρχαν στην Οία και είναι το καφενείο της «Πιπίνας» που ήταν στο ισόγειο του κτιρίου που τώρα τώρα στεγάζει την συλλογή μουσικών οργάνων του Χριστόδουλου Χάλαρη. Καταστράφηκε με τους σεισμούς του 1956. Στο πρώτο πλάνο ο Αναστάσιος Πιτσικαλης το             "Μπιζάνι "- o δεξια στη φωτογραφία ( παρατσούκλι που πήρε μετά την μάχη στο Μπιζάνι, όπου έχασε το ένα του πόδι. Έπαιζε πολύ καλή λύρα και τον συνόδευε με το "τουμπι "της η γυναίκα του το "κυρά Καλιτσι "
Και μια οφειλόμενη παρατήρηση. Η απροσκόπτη αναδημοσίευση ασπρόμαυρών ή μη φωτογραφίων, χωρίς να αναφέρεται  πρώτα και κυρία ο δημιουργός ή κάποια πηγή  είναι κίνδυνος και ουσιαστικά αντιβαίνει τους όρους του σεβασμού προς τον άνθρωπο που έτρεξε, φωτογράφισε αποτύπωσε τη χρονική στιγμή . Οι φωτογραφίες του παρελθόντος και δη οι φωτογραφίες της Σαντορίνης είτε ιδιωτών σε κάποια κορνίζα είτε φωτογράφων  μπορούν να γίνουν ένας εξαιρετικός οδηγός ανάδειξης ευρύτερης ανάδειξης της ιστορίας του νησιού. 

Η φάβα της Σαντορίνης - Μια κυκλαδίτικη νοστιμιά

$
0
0
Σχέδιο Νίκος Νομικός 
Η φάβα της Σαντορίνης - Μια κυκλαδίτικη νοστιμιά
Του Φίλιππα Κατσίπη
Πηγή: Περιοδικό Κυκλαδικά Θέματα, τόμος Δ’ τεύχος 23, Αθήνα 1987
Σε κανένα μέρος του κόσμου δεν έχει ακουστεί η ληστρική εκμετάλλευση της γης που γινότανε στη Σαντρίνη. Αφού κατά κανόνα τη μία χρονιά σπέρνανε τα χωράφια τους με κριθάρι (το σιτάρι δεν ευδοκιμούσε) και την άλλη φυτεύανε ντομάτες. Βέβαια τα ανεγέρνανε, τα σκάβανε βαθιά και τα κοπρίζανε. Η γης όμως δεν έπαιρνε την ανάσα της, να ξεκουραστεί. Άσε που πολλές φορές μερικοί μερικοί μόλις θερίζανε το κριθάρι φυτεύανε αμέσως ντομάτα. Γι αυτό και η απόδοση ήταν μικρή σε σύγκριση με άλλα μέρη. Μα η φτώχεια δεν έχει νόμους και η ανάγκη τα πάντα κατεργάζεται.
Για τούτο ακόμα και τα αμπέλια τα σπέρνανε πότε με κριθάρι, πότε με φακή πότε με φασόλια (μαυρομάτικα) και ιδίως με αρακά. Κι ας έγραφε ο μακαρίτης ο Βαρβαρρήγος στη «Σαντορίνη» : «ουδαμού του κόσμου συμβαίνει να σπείρωσιν εις τους αμπελώνας». Κι από τον αρακά κάνανε τη φημισμένη Σαντορινιά φάβα. Νοέμβρη με Δεκέμβρη σπέρνανε τον αρακά στα αμπέλια και Μάη με Ιούνη τον θερίζανε. Επειδή όμως τα χώματα του νησιού μας είναι φάφουλα( ελαφρά), τόσο το κριθάρι όσο και τα άλλα φυτά, τον καιρό του θερισμού τα ανεσπούσανε (τα εκριζώνανε) με τα χέρια κι ουδέποτε μεταχειριζόντουσαν δρεπάνι. Για τούτο κι ο θερισμός γινόταν τις πολύ πρωινές ώρες που είχε ανεπαλαγιά ( υγρασιά) για να μη θρυμματίζονται τα φυτά καθώς τα ξερριζώνανε. Ακόμα και το κουβάλημα του αρακά από τα αμπέλια στα αλώνια γινότανε πάλι την αυγή, προτού να τονε χτυπήσει ο ήλιος και θραύσει. Τα’ αλώνια ήτανε πέτρινα και τα περισσότερα ήτανε σε υψώματα κοντά στο χωριό. Μα ούτε για κουβάλημα του κριθαριού και του αρακά, ούτε για το αλώνισμα παίρνανε οι γαδουρολάτες (οι αγωγιάτες) αγώι. Γιατί δικαιωματικά παίρνανε τα μισά άχερα κι αυτή ήταν η πληρωμή τους. Ντάλα μεσημέρι κι όταν ήταν κοψά (ζεστή μέρα, για να αλωνίζονται εύκολα τα στάχυα) ζεύανε τα μουλάρια στα αλώνι. Κι όταν τελειώνε ο αλωνισμός, πιάνανε τα διχάλια (ξύλινα και σιδερένια  λιχνιστήρια) κι αρχίζανε το λίχνισμα. Γρήγορα, με το φύσημα του αγέρα, γινότανε ο χωρισμός του αρακά απ τα άχερα κι ύστερα με το αρηό δρομόνι (μεγάλο σιδερένιο κόσκινο) δρομονίζανε τον αρακά για να φύγουν τα άχερα, οι πέτρες και οι κοπριές. Κατόπιν τον σακκιάζανε και τον κουβαλούσανε στο σπίτι του νοικοκύρη.  Σε μεγάλες ξύλινες κασέλες τον αποθηκεύανε κι από κει τον έπαιρνε η νοικοκυρά για να τον αλέσει στο χερόμυλο. Πριν όμως αρχίσει το άλεσμα του καθαριζε καλά από τις πετρούλες και μετά καθόταν μπροστά στο χερόμυλο.
Από δύο πέτρες ήταν ο χερόμυλος: η κάτω λεγότανε καταριάκι η απάνω απαναριάή απανάρι, που είχε μία τρύπα κι έμπαινε το καρφί της κάτω πέτρας και είχε στην άκρη ένα ξύλινο χερούλι για να το γυρίζει. Από την τρύπα του καρφιού έρριχνε τον αρακά με το ένα της χέρι και με το άλλο γύριζε το απανάρι κι έτσι κοβότανε ο αρακάς  και γινότανε η φάβα. Μετά μ ένα ντούμπανο (μικρό κόσκινο χωρίς τρύπες) το ντουμπάνιζε για να φύγουν τα φλούδια (τα φλύδια) του αρακά κι έμενε καθαρή η φάβα. Μα πάλι την καθαρίζανε σε πιάτα, για να μην έχει μικρά φλύδια και πέτρες κι έτσι την είχαν έτοιμη για πούλημα ή για το σπίτι.

Σε πήλινο τσουκάλι τη μαγειρεύανε με σιγανή φωτιά και μέσα βάζανε κομμένο κρεμμύδι και  λάδι και βράζανε όλα μαζί. Κι αν θέλετε δοκιμάζετε κι εσείς αυτή τη συνταγή. Μα μην ξεχάσετε το κρεμμυδι, γιατί καθώς λέει η παροιμία «φάβα χωρίς κρομύδι, γάμος χωρίς βιολί». 

Της Αποκριάς και της Σαρακοστής στη Σαντορίνη ( 2017)

$
0
0
« Μετά από τα αποκριάτικα γλέντια, τα τραγούδια και τους χορούς στην πλατεία του χωριού, οι χωρικοί ετοιμάζανε τα δισάκια τους για να γιορτάσουνε την Καθαρή Δευτέρα στα εξωκκλήσια της Σαντορίνης. Τούτη η έξοδος ήτανε ομαδική. Άλλοι με καβάλες και άλλοι με τα πόδια ξεκινούσανε την αυγή της Καθαρής Δευτέρας διαβαίνοντας τα ριμίδια του κάμπου και ποζεύοντας σε κάποιο ερημοκκλήσι. Εκεί, αφού ανάβανε τα αγιοκάνδηλα και θυμιάζανε με μοσχολίβανο ή καμμιά φορά με αλυφασκιά, σαν δεν εύρισκαν λιβάνι, στρώνανε τις πετσέτες τους στη πέτρινη αυλή και καθίζανε γύρω γύρω κατάχαμε άλλοι σταυροπόδι και άλλοι ανεκούρκουδα. Στη μέση του «τραπεζιού» ήτανε μια τσουκάλα με φάβα από το οποίο κένωνε μία από τις γυναίκες. Πολλές φορές τη φάβα την μαγειρεύανε επιτόπου με ξερά φρύγανα και ασπάλαθοι. Κοντά στο τσουκάλι έβαζαν μία γαβάθα με καπαρόκουμπα και μία τσάσκα με ξύδι για να βουτούνε τις αρακιές και την αρίανη. Ολόγυρα αρέγκου- αρέγκου, βάζανε τα χοντρά γάστρινα σκουτέλια με τα σαρακοστιανά, ενώ στο μπουτί της μικρής εκκλησίας ήτανε τα φλασκιά  και τα κουκουμάρια γεμάτα μπρούσκο κρασί. Το κεραστάρι καμωμένο από κέρατο βουδιού, ήτανε αναποδογυρισμένο στο λαιμό ενός τετραγωνου παγουριού, ενθύμιο ποιός ξέρει από ποιον πόλεμο. Σε πολλές παρέες δεν έλειπε ο λυράρης ή ο τσαμπουνιέρης. Το φαγητό άρχιζε με την ευχή:
Αγία μου Σαρακοστή με την αρίανη σου,
Να μ αξιώσει η Χάρη Σου  και στην Αναστάσή σου.
Ενώ τρώγανε το κεραστάρι γέμιζε κι άδειαζε ντάιμα χωρίς σταματημό από χέρι σε χέρι και ξαφνικά κάποιος από τη συντροφιά σηκωνότανε όλορθος και μ ένα γνέψιμο στο λυράρη άρχιζε να χορεύει  όμορφα και ο λυράρης με το δοξάρι στο χέρι και τη λύρα ακουμπισμένηη στο γόνατο έπαιζε ένα γλυκό σκοπό. Τον πρώτο χορευτή τον ακολουθούσανε και άλλοι και άλλοι και το γλέντι άναβε η λύρα αγρίευε  να παίζει και ο λυράρης τραγουδούσε όμορφα δίστιχα τραγούδια και ρίμες που μιλούυσανε για την αγάπη, τους καυμούς και οι χορευτάδες χορεύανε, χόρευαν ξεστήθωτοι   με τα ζωνάρια κρεμασμένα ως κατάχαμα σφύριζαν δυνατά  σήκωναν τα χέρια κι έσκυβαν πότε μπροστά και πότε στα πλάγια και κτυπούσανε με την ανάστρεφή του χεριού τους τα μπλαντούγια τους. Ο ιδρώτας έτρεχε από το κούτελό τους μα εκείνοι χόρευαν χόρευαν χωρίς σταματημό πάνω στη πέτρινη αυλή της μικρής εκκλησίας ή πάνω στα αγριολούλουδα του χωραφιού.
Τούτο το γλέντι καταλάγιαζε σαν έρχονταν μερέντι. Τότε οι γυναίκες μαζεύανε τα σκουτελικά και ετοιμάζανε τα δυσάκια για το γυρισμό. Έπρεπε σαν κτυπούσε η καμπάνια να πάνε να ακούσουνε το «Κύριε των δυνάμεων μεθ ημών γενού»[1]

Ενώ η παράδοση αυτή συνεχίζονταν και στους Θηραίους της Αθήνας  « Πρώτος ο πατέρας έσερνε το χορό «στης ακριβειας τον καιρό επαντρέφτηκα κι εγώ», ακολουθούσε ο αστείος χορός « του πιπεριού» κι ένα άλλο χορευτικό τραγούδι που είχε σαν επωδό : « τουτη η γης που την πατούμε όλοι μέσα θε να μπούμε» κτυπώντας με κέφι τα πόδια τους στο πάτωμα. Ύστερα η πιο καλλίφωνη άρχιζε το τραγούδι και ακολουθούσαν οι άλλοι με άφθονα πρίμα και σεκόντα « σε αυτό το σπίτι που ρθαμε πέτρα να μην ραίσει και ο νοικοκύρης του σπιτιού χρόνια πολλά να ζήσει» και η βραδιά έκλεινε με τον εθνικό ύμνο του Μεγαλοχωρίου, δλδ με το κοντάκιο των Αγίων Αναργύρων»[2].
Τα αποκρηανά τραγούδια που ακουγόντουσαν ήταν :Ρίχνω τα αγκιστράκι μου,, Δάφνης μου πήρες κλωνάρι, Αφουγκραστέίτε να σας πω, Εγώ είμαι ενός ψαρά παιδί κ.ο.κ.
Ενώ τα «τσακίσματα»της Σαντορίνης γι αυτή την περίοδο ήταν:
Ήλθανε κι οι αποκριές με γέλια και τραγούδια, ήλθε και η Σαρακοστή μ ελιές και με μαρούλια
Στον ποταμό τα αλιγαριές σε φίλησα μα δεν το λες
Τούτες οι μέρες τόχουνε τούτες οι εβδομάδες, να τραγουδούνε τα παιδιά να χαίρονται οι μανάδες
Στ Ακρωτήρι βγαίνει η κάπαρι, τα λόγια σου είναι ζάχαρη
Στον Πύργο το πια το νερό, ηβραχνιασα και δεν μπορώ....

Τότε ακούγεται και το παρακάτω- ξεχασμένο ξόδι της Μεγάλης Σαρακοστής[3]:


 Τώρα είναι Αγιά Σαρακοστή, τώρα είναι Άγιες ημέρες

που λειτουργούν οι εκκλησιές και ψάλλουν οι παπάδες

και λεν το Κύριε ελέησον και το Άγιο το Βαγγέλιο.

Όποιος το λέει σώζεται κι όποιος το πει Αγιάζει

κι όποιος το καλοαφκριστεί παράδεισο θα λάβει.

Παράδεισο και λίβανο από τον Άγιο Τάφο.

Η Παναγιά η Δέσποινα καθόταν μοναχή της

την προσευχή της έκανε για τον μονογενή της.

Κι’ εκεί που προσευχότανε, κι’ εκεί που παρεκάλει

ακού βροντές και αστραπές και ταραχή μεγάλη.

Βγαίνει στην πόρτα της να δει, βγαίνει στην γειτονιά της.

Βλέπει τον ουρανό θολό και τ’ άστρα βουρκωμένα,

το φεγγαράκι το λαμπρό στο αίμα βουτηγμένο.

Βλέπει τον Γιάννη κι έρχονταν γδαρμένο, σκοτωμένο.


- Τι έχεις Γιάννη μου και κλαις και βαριαναστενάζεις;

- Δεν έχω στόμα να στο πω , χείλη να στο μιλήσω,

ούτε η καρδιά μου το βαστά να σου το μολογήσω.

Το δάσκαλο μου πιάσανε οι άνομοι Εβραίοι

οι άνομοι και τα σκυλιά κ’ οι τρεις καταραμένοι.

Σαν κλέφτη τον επιάσανε, και σαν ληστή τον πάνε,

και στου Πιλάτου τα σκαλιά, εκεί τον τυραννάνε.

Η Παναγιά σαν τ’ άκουσε έπεσε και λιγώθη

σταμνιά νερό την περεχούν, τρία κανάτια μόσχο,

και τέσσερα ροδόσταμο ώσπου να συνεφέρει.

Και σαν την συνεφέρανε τούτο το λόγο λέει:

-Ας έλθει η Μάρθα και η Μαριά κι άλλη η Ελισάβα,

και του Λαζάρου η αδελφή και του Προδρόμου η μάννα.

Να πάμε να τον εύρουμε πριν μας τον εσταυρώσουν,

πριχού του βάλουν τα καρφιά και τόνε θανατώσουν!

-Βλέπεις εκείνο το βουνό το υψηλό το μέγα

που ’χει την πράσινη κορφή την θαλασσιά παντιέρα;

Εκεί πάνω τον έχουνε , και τόνε τυραννάνε.

Επήραν το στρατί – στρατί, στρατί το μονοπάτι

και το στρατί τις έβγαλε στ΄ ατσίγγανου την πόρτα.

-Ώρα καλή σου ατσίγγανε και τ΄ είναι αυτά που κάνεις;

-Καρφιά μου παραγγείλανε οι φίλοι μου οι Εβραίοι.

Εκείνοι μου παν τέσσερα μα γω τους κάνω πέντε.

Τα δυο στα δυο του γόνατα, τα δυο στα δυο του χέρια,

το πέμπτο το φαρμακερό να μπει μες την καρδιά του.

Να τρέξει αίμα και χολή από τα σωθικά του.

Η Παναγιά σαν τ΄ άκουσε έπεσε και λιγώθη.

Σταμνιά νερό την περεχούν ώσπου να συνεφέρει.

Και σαν τη συνεφέρανε τούτο το λόγο λέει:

- Άντε κ΄ εσύ ατσίγγανε, ψωμί να μην χορτάσεις,

μόνο αχυλιές και κάρβουνα, πάντα σου να μαλάζεις.

Ούτε η τραχηλίτσα σου πουκάμισο να βάλει

ούτε και τη γυναίκα σου σε σπίτι να τη βάλεις!

Παίρνουνε το στρατί – στρατί, στρατί το μονοπάτι

και το στρατί τις έβγαλε εις του ληστή την πόρτα.

Άνοιξε πόρτα του ληστή και πόρτα του Πιλάτου.

Κ’ η πόρτα απ’ τον φόβον της άνοιξε μοναχή της.

Κοιτά δεξιά, κοιτά ξερβά, κανέναν δεν γνωρίζει,

κοιτά και δεξιότερα βλέπει τον Άγιο Γιάννη.

Άγιε μου Γιάννη Πρόδρομε και βαπτιστή του γιου μου

μην είδες το γιουκάκι μου και συ τον δάσκαλο σου;

-Δεν έχω στόμα να στο πω, χείλη να στο μιλήσω,

ούτε και χειροπάλαμο για να σου τον εδείξω.

Βλέπεις εκείνον τον γυμνό τον παραπονεμένο,

όπου φορεί στην κεφαλή αγκάθινο στεφάνι;


Αυτός είναι ο γιόκας σου και με ο δάσκαλος μου.

 -Επήραν το στρατί – στρατί , στρατί το μονοπάτι.

Το μονοπάτι τις έβγαλε μπροστά στον σταυρωμένο.

-Γιε μου , που είναι τα κάλλη σου και πουν η λεβεντιά σου,

και τα σγουρά σου τα μαλλιά και η παλικαριά σου;

Δεν μου μιλείς μιλίτσα μου δεν μου μιλείς μιλιά μου;

-Πάρτο μάνα απόφαση σαν που το πήραν κιάλλες,

το πήραν μάνες για παιδιά και τα παιδιά για μάνες.

Το πήραν κι οι καλόπαντρες, για τους καλούς τους άντρες!

Άντε μάνα στο σπίτι σου και στο νοικοκυριό σου

στρώσε τραπέζι θλιβερό μ’ αφράτο παξιμάδι

και πίνε και γλυκό κρασί, να σου περνά η ζάλη.

Πάει η μάνα στο σπίτι της πάει στα γονικά της

βάζει κρασί στον μαστραπά κι’ αφράτο παξιμάδι.

Πέρασε κ’ η Άγια Καλή κιαυτό το λόγο λέγει:

-Ποιος είδε γιο εις τον σταυρό και μάνα στο τραπέζι;

-Άντε και συ Άγια Καλή ποτέ σου μην γιορτάσεις

ποτέ τ’ ονοματάκι σου στην εκκλησιά μην ψάλεις!

-Όποιος τ’ ακούει σώζεται κι’ όποιος το πει αγιάζει

και όποιος το καλοαφκριστεί, παράδεισο θα λάβει.

Παράδεισο και λίβανο από τον Άγιο Τάφο.






Τώρα ειν Άγια Σαρακοστή, τώρα ειν’ Άγιες μέρες

που λειτουργούν οι εκκλησιές και ψάλλουν οι παπάδες

και λεν το Κυρ ελέησον και τα’ άγιο το Βαγγέλιο!



-          Τούτη είναι η στερνή αχαλασά μας, για τούτως λεβέρετε τους κάβους και τ απογρίπια, αβαράρετε τη βάρκα στο σκέρο, σύρετε τα φαλάγγια και τα κουπιά και βάλτες την άγκουρα στο χωμάτισμα... Αύριο μπαίνει η Τρανή Σαρακοστή
Αυτές τις κουβέντες είπε ο καπετάνιος, ο γερο Βουρκάνος[4], στο τσούρμο του κι έβγαλε την καπνοσακκούλα του να στρίψει το τσιγάρο....
Αύριο μπαίνει η τρανή Σαρακοστή... Αυτά τα λόγια του γερο καπετάνιου, αγγίξανε τις πιο λεπτές χορδες της ψυχής των αγαθών ψαράδων και ήτανε για αυτούς σαν θεία επιταγή που ερχότανε ολοίσια από το Θεό. Ξέρανε οι ανθρώποι εκείνοι της θάλασσας πως αν δεν πάνε στο γυαλό, θα πεινάσουν και αυτοί και τα παιδιά τους. Όμως έτσι έπρεπε να γίνει, γιατί έμπαινε η Σαρακοστή και ολάκερο το νησί θα νήστευε. Ακόμα και οι άρρωστοι νήστευαν και δεν έτρωγαν ούτε λάδι, ενώ οι λοχώνες ετρέφοντο σαράντα μέρες με χυλό και σισαμόλαδο. Αν καμμία φορ η ανάγκη το επέβαλλε να φάνε λάδι, η λοχού κατέβαζε το τσιμπινίκι της και έκλεινε την κρεβατοκάμαρα να να μην την βλέπουν την ώρα που έτρωγε, αλλά η γυναίκα που θα μαγείρευε το φαγητό της έπρεπε να κάμει σαράντα μετάνοιες για να  εξιλεωθεί.
Έτσι κυλούσαν οι μέρες της Τρανής Σαρακοστής,  μέσα σε μία πραγματικά κατανυκτική προσευχή και νηστεία, για να τη διακόψουνε μονάχα του Ευαγγελισμού και των Βαϊων, περιμένοντας με θρησκευτική χαρά να φάνε μόνο ψάρι που κι αυτό σπάνια το εύρισκαν εξ αιτίας της φουρτούνας όπως έλεγαν « Του Ευαγγελισμού και των Βαγιών» παίρνει ο φράρος το γιαλό». Ναι κείνοι οι άνθρωποι νήστευαν και πίστευαν με μία αληθινή πίστη που ξεπερνούσε τα γήινα όρια και έφθανε μπροστά στα κατώφλια του παραδείσου.
Ναι κείνοι οι άνθρωποι νήστευαν και πίστευαν σε μία αληθινή πίστη, που ξεπερνούσε τα γήινα όρια και έφθανε μπροστα στα κατώφλια του παραδείσου. Ζούσανε στο δικό τους κόσμο καμωμένο από όορφα ιδανικά και αισθήματα. Τον δρόμο αυτό έπρεπε να τον διαβούν με πεντακάθαρη καρδιά για να είναι άξιοι να μετάσχουν στη χαρά της Αναστασης
Έτσι γινότανε εκείνα τα χρόνια και οι άνθρωποι ήταν μονοιασμένοι και ευτυχισμένοι. Την ευτυχία τους την θεμελίωνανε στη γρανιτένια πίστη με το καθαρό νόημά τους. Οι γνώσεις ήταν φτωχές αλλά από την αγραμμματοσύνη και την αγαθότητα τους πήγαζε η Αγάπη, που είναι η τέλεια πραγματική έκφραση και φτάνει στην αγνότητα της ψυχής.
Ο συγχωρεμένος ο παπα Μαρκάκης Δεναξάς μου έλεγε ότι «οσο πιο πολύ τρέχει ο άνθρωπος με τις γνώσεις του, τόσο πιο γρήγορα θα κομματιάσει το σώμα  του στους βράχους της αμαρτίας.»
Οι παλαιοί ανθρώποι του νησιού ζόυσαν σε ένα δικό τους μυστικό χώρο ονείρου, που μας το όνειρο αυτό δεν υπάρχει μα ούτε και πρόκειται καν να το ονειρευτούμε ποτέ, αφού το έσβυσε από το νου μας των  «μοντέρνων ανθρώπων» η εξυπνάδα.
Τώρα δεν θα βρεθούνε  γέροι καπετάνιοι να δέσουν τις βάρκες τους και να τραβήξουν τα απογρίπια, μα ούτε θα ακουστή η κουβέντα του γερού Ρουσσέτου του Βρουκάνου: « Τούτη είναι η στερνή αχαλασά μας, λεβάρετε τους κάβους και δέστε την αγκουρα γερα....γιατί αύριο μπαίνει η τρανή Σαρακοστή» .


Και αν θέλουμε να παραφράσουμε τη φράση που υπάρχει στον Ιερό ναό του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στα Φηρά "Παρθενεύων είσελθε τον νου ενθάδε... Ναός γαρ εστι Ιωάννου Παρθένου..."άνετα θα μπορούσαμε να σκεφτούμε και να αναλογιστούμε όσο το δυνατόν το «... Παρθενέυων είσελθε....εις την Αγία Σαρακοστή» ......







[1]Μ.Ρούσσος, Σαντορίνη Ήθη Έθιμα και Παραδόσεις Αθήνα 1979.
[2]Γ.Συρίγου Μονιούδη, Η Σαντορίνη μου, Αθήνα 1998
[3]Μαρία Μαυρομμάτη: Συλλογή λαογραφικής ύλης εκ του χωρίου Πύργος, της επαρχίας Θήρας, του νομού Κυκλάδων (1969) http://pergamos.lib.uoa.gr/dl/navigation?pid=uoadl:8598&scheme=euDefaultView
[4]Μ.Ρούσσος Λαογραφικά της Σαντορίνης, Αθήνα 1971

Οι «μακαρούνες» και τα «ζεμπίλια» της Οίας

$
0
0
Την Κυριακή της «Αποκρέω» στις 19 Φεβρουαρίου, στο Ενοριακό Πνευματικό Κέντρο της Οίας «Πανηγυρόσπιτο Αγ.Γεωργίου» με πρωτοβουλία του ιερέα της Οίας π.Νικολάου Πράσινου, συγκεντρώθηκαν οι Οιάτες προκειμένου να εορτάσουν όλοι μαζί την Κυριακή της Αποκριάς όπως γινόταν στην Απάνω Μεριά τα παλιά χρόνια. Οι Οιάτισσες νοικοκυρές έφτιαξαν παραδοσιακές παλιές συνταγές, φαγητά και εδέσματα, και στήθηκε ένα παραδοσιακό γλέντι με την συνοδεία οργάνων, τσαμπούνας και ντουμπί. Βλέποντας τις φωτογραφίες από την σελίδα του Πνευματικού Κέντρου στο facebook (www.facebook.com/pneumatiko.oias) σκέφτηκα να αναδείξουμε αυτές τις παλιές συνταγές της Οίας.





Μακαρούνες


Οι μακαρούνες είναι τα χειροποίητα ζυμαρικά που έφτιαχναν οι νοικοκυρές της Οίας τα παλιά χρόνια, πριν ακόμα εμφανιστούν στο εμπόριο τα έτοιμα βιομηχανοποιημένα προϊόντα. Τις έφτιαχναν κυρίως την Τσικνοπέμπτη και αυτό γιατί το κρεμμύδι που τις συνόδευε τσιγαριζόταν τόσο πολύ μέσα σε φρέσκο βούτυρο ώστε να αφήνει την αίσθηση της «τσίκνας» στο στόμα.  Τα υλικά απλά: νερό, αλεύρι, αλάτι και λίγη μαγιά,  με την δοσολογία των υλικών να εξαρτάται ανάλογα με το πόση ποσότητα μακαρονιών θέλουμε να φτιάξουμε.  Συνήθως για τις ανάγκες μιας τετραμελής οικογένειας η δοσολογία είναι 1 κιλό αλεύρι, 600 γραμμάρια νερό, λίγο αλάτι και μια κουταλιά μαγιά. Η ζύμη ζυμώνεται με όλα τα υλικά ανακατεμένα και κόβεται σε μακρόστενες λωρίδες, πλάθοντας το σχήμα των κλασσικών μακαρονιών. Τις βράζουμε σε ζεστό νερό όπως βράζουμε τα βιομηχανοποιημένα ζυμαρικά. Παράλληλα ετοιμάζεται το κρεμμύδι που τα συνοδεύει, το οποίο τσιγαρίζεται με  φρέσκο βούτυρο ώστε να καραμελώσει και περιχύνεται πάνω από τις μακαρούνες όταν τις σουρώσουμε, πασπαλίζοντας και μπόλικο τυρί. Προαιρετικά μπορούμε να βάλουμε και πελτέ μέσα στο τσιγαρισμένο κρεμμύδι ώστε να σερβιριστεί ως κόκκινη σάλτσα.



Ζεμπίλια (και ως Σιμπίλια)

Η λέξη «ζεμπίλι» προέρχεται από την τουρκική λέξη zembilκαι σημαίνει σάκος. Στην ορολογία των ναυτικών της Οίας, το ζεμπίλι ήταν ένας μεγάλος σάκος από χοντρό ύφασμα που χρησίμευε στην φορτοεκφόρτωση των προϊόντων στα πάλαι ποτέ ιστιοφόρα της Απάνω Μεριάς. Ζεμπίλι  όμως οι παλιές νοικοκυρές της Οίας ονόμαζαν και ένα είδος γλυκίσματος που συνήθιζαν να το φτιάχνουν την περίοδο του Τριωδίου. Ουσιαστικά πρόκειται για γλυκά μυζηθροπιτάκια που αποτελούσαν το αποκριάτικο «κλείσιμο» του γεύματος της Τυρινής, γιατί όπως έλεγαν  «με τυρί κλείνει το στόμα για την Αγία Σαρακοστή (μυζηθροπιτάκια), με τυρί θα ανοίξει στην Ανάσταση (μελιτίνια)». Το σχήμα τους μοιάζει σαν σακούλι και για αυτό το λόγο πήρε και την ονομασία ζεμπίλι, γιατί θυμίζει τα αντίστοιχα ζεμπίλια των ναυτικών.
Για την ζύμη (για οικογενειακή μερίδα) χρειάζονται μισό κιλό αλεύρι, 1 κούπα χλιαρό νερό, μισή κούπα λάδι, μισό κουταλάκι αλάτι. Για τη γέμιση 1 κιλό μυζήθρα 4-5 κουταλιές ζάχαρη, 1 μεγάλη κουταλιά κανέλλα σκόνη (προαιρετικά αν θέλουμε 1-2 αυγά). Πλάθουμε τη ζύμη ανακατεύοντας όλα τα υλικά, την ανοίγουμε σε λεπτά φύλλα και κόβουμε με την βοήθεια ενός μικρού πιατέλου κυκλικά πιτάκια. Από νωρίς έχουμε ήδη ετοιμάσει την γέμιση ανακατεύοντας τα υλικά και με ένα κουτάλι βάζουμε στο κέντρο του κάθε κύκλου μια κουταλιά από την γέμιση. Κλείνουμε το πιτάκι, πιέζοντας τις άκρες με ένα πιρούνι για να μην ανοίξει και το τηγανίζουμε σε καυτό λάδι.  Προαιρετικά -αν θέλουμε- μπορούμε να τα σερβίρουμε είτε με μέλι, είτε με αχνοζάχαρη.

 Ευχαριστώ τον ιερέα της Οίας π.Νικόλαο Πράσινο που μου επέτρεψε να χρησιμοποιήσω τις φωτογραφίες από τη σελίδα στο facebook.

  

Το μεγαλείο της Σαντορίνης Βικέντιου Πίντου

$
0
0
Περιοδικό Κυκλαδικά Ιούλιος- Αύγουστος  1988
1780 - Santorin Thira Island Vulcano Greece Kupferstich
Το τουριστικό ταξίδι έχει εξελιχθεί σε μία από τις βασικές ανάγκες των μεταπολεμικών καιρών. Μια ανάγκη που γίνεται περισσότερο απαιτητική όταν ο άνθρωπος μπορεί να κλέψει λίγο ή πολύ καιρό από τις κάθε λογής έγνοιες και να τον διαθέσει για ψυχαγωγία  οι άνθρωποι επιζητούν την αλλαγή [...] ....  την καθαυτό ιστορία της Σαντορίνη  δεν τη μαντεύειες όπως αλλού ...τη  ζεις. Με την προσέγγιση κι όλας του καραβιού καταλαβαίνεις πως εδώ δε βρίσκεσαι σ ένα συνηθισμένο νησιωτικό όρμο. Η άγκυρα πέφτει  αλλά δε γατζώνει πουθενά. Αιωρείται ανίσχυρη. Καμία καδένα δε φτάνει στο τεράστιο βάθος. Και το καράβι λικνίζεται άβουλο πάνω από τη μεγαλοπρεπέστερη καλντέρα του κόσμου με μάκρος 11 χιλιόμετρα και πλάτος 7.5 ενώ δίπλα υψώνεται απόκρημνος κοφτός, ο τιτάνιος βράχος σε ύψος 300 μέτρα από τη θάλασσα, με τα Φηρά στο χείλος της κορυφής του. Βρίσκεσαι ήδη μέσα στη μεγάλη πληγή του νησιού. Το κυκλώπειο πέτρινο πέταλο που σε περιζώνει είναι το απομεινάρι ενός άλλου νησιού, συμπληρωμένου κάποτε σε στρογγυλό σχήμα με  πλούσια βλάστηση πάνω στο οποίο ανθούσε μια άλλη ζωή, άλλων ανθρώπων. Ήταν η ονομαστή Στρογγύλη ή Καλλίστη αυτή για την οποία  οι έρευνες του καθηγητή Γαλανόπουλου οδήγησαν στο συμπέρασμα πως ήταν η χαμένη Ατλαντίδα. Με αναπτυγμένο πολισιμό περνούσε τις μέρες της η Στρογγύλη. Οι άνθρωποι απορροφημένοι από τον εγωισμό τους έγραφαν την ιστορία τους.  Όταν κάποια μέρα θέλησε κι η φύση να συμπληρώσει δύο λέξεις στο κομμάτι αυτό της δημιουργίας. Το περισσότερο νησί τινάχτηκε στον αέρα...τεράστιο βάραθρο βάθους 1500 μέτρα ανοίχτηκε και η θάλασσα όρμηξε ζητώντας τα δίκια της. Όλα τα σχέδια, οι φιλοδοξίες, τα οράματα οι καημοί και οι κακίες των τότε κατοίκων σκορπίστηκαν, βούλιαξαν, αφανίστηκαν.  Η μεγάλη καταστροφή συνοψίστηκε σε δύο αράδες: «Συνέβη γύρω στα 1500 ή 1800 ή 2000 π.Χ. Εποχή Μινωική». Εϊναι όμως άγνωστο πότε ακριβώς συνέβη και καταπλακώθηκαν οι άλλοι κάτοικοι οι πολυ πριν της εποχής που σχηματίζοταν η Στρογγύλη και λείψανά τους βρίσκονται απολιθωμένα μέσα στη «Θηραϊκή γη», αυτή που ξεκόβουν σήμερα από το νησί, τη φορτώνουν σε καράβια και τη μεταφέρουν σε άλλους τόπους για να τη χρησιμοποιοήσουν σε μεγάλες οικοδομικές κατασκευες... Από την άλλη μεριά την ανατολική, το νησί χαμηλώνει μαλακά...ταπεινά. Λιμανάκια, αμμουδερές ακρογυαλιές αμπέλια κι άλλες καλλιέργειες συμπληρώνουν το δεύτερο «είναι» του ζωντανού αυτού κορμιού. Η γοητεία που διαδέχεται το δέος. Εδώ, όπου κι αν πλανηθεί το μάτι σου χορταίνει θέα κι ομορφιά: Απρόοπτη κι ενδιαφέρουσα. Τα σκόρπια χωριά με τα κάταστρπα σπίτια, τα γραφικά δρομάκια που φιδοσέρνουνται ανάμεσά τους, οι πολλές και περίκαλες εκκλησίες, ολοκληρώνουν τη σύνθεση της ασύγκριτης καλλονής του Αιγαιοπελαγίτικου νησιού.
Η μνήμη των αιώνων φέρνει διάφορες φυλές που κατά καιρούς πέρασαν από το νησί, αρχίζοντας από τους Κάρες, τους Φοίνικες, τους Πέρσες και στη συνέχεια τους Βυζαντινούς τους Τούρκους τους Φράγκους, τους Ενετούς κι όσους ξέρασε το μίσος, η βαρβαρότητα, η απληστία και η μανία «των εν ονόματι κάποιας πίστεως» επιδρομέων. Δεν έλειψαν και οι κατάδικοι εξόριστοι. Πόσο αταίριαστος ο βόγγος της συμπυκνωμένης εχθρότητας των ανθρώπων σε αυτό το μέρος.
Κι ενώ οι άνθρωποι συμπληρώνουν τις σελίδες τους, το ηφαίστειο δεν πήγαινε πίσω. Από έκρηξη σε έκρηξη έβγαζε στην επιφάνεια τα τριγύρω νησάκια, τις «Καμένες». Να πρόκειται άραγε για ανασχηματισμό της Στρογγύλης; Επιστροφή με δόσεις;
Τα χρόνια περνούν κι οι δύο ζωές του νησιού και των κατοίκων του, συνεχίζουν το δρόμο τους, η κάθε μια με το δικό της τρόπο...
Πολλά τα αξιοθέατα στη χώρα μας, άλλα για την ομορφιά τους, άλλα για την ιστορία τους άλλα και για τους δύο. Δεν είναι όμως υπερβολή να αναγνωρίσει κανείς στη Σαντορίνη τη θέση της μοναδικής. Τα λείψανα των πολιτισμών που διασταυρώθηκαν πάνω στην κοχλάζουσα γη της, η μεσογειακή γλύκα της, το ηφαίστειο με την επιβλητική παρουσία του και μαζί τους η άμετρη καλωσύνη των κατοίκων της, συνθέτουν μια εικόνα σπάνιας, μοναδικής ελκυστικότητας.

Αξίζει να τη γνωρίσει ο καθένας από κοντά....

η έκρηξη του ηφαιστείου της Σαντορίνης το 1650 και η μεταφορά της είδησης στη Νάξο

$
0
0
Πηγή; Ορεινός αξιώτης ( http://orinosaxotis.blogspot.gr/2017/03/1650.html)
 

Μια από τις μεγαλύτερες εκρήξεις του ηφαιστείου της Σαντορίνης είναι αυτή που συνέβη το 1650 στη θέση ‘’Κουλούμβου’’ . Σχετικά με αυτή την έκρηξη υπάρχουν δύο επιστολές , μία από τους κατοίκους της Θήρας προς τους κατοίκους της Νάξου και μια , που ουσιαστικά είναι η απάντηση της πρώτης , από τη Νάξο  . Οι δύο αυτές επιστολές δημοσιεύθηκαν πρώτα στο περιοδικό ΘΗΡΑ το 1889 και αναδημοσιεύθηκαν στο περιοδικό ΕΣΤΙΑ από τον Μιχάλη Ιακ. Μαρκόπολις το 1891 . Χαρακτηριστικό της επιστολής από τη Σαντορίνη είναι η μεταφορά με απλά λόγια μια τεράστιας καταστροφής , ενώ χαρακτηριστικό της επιστολής από τη Νάξο είναι η ένδειξη αλληλεγγύης , οι Νάξιοι καλούν τους Σαντορινιούς να έρθουν να φιλοξενηθούν στην Νάξο .
Οι επιστολές αναφέρουν :
‘’Ευλαβέστατοι ιερείς και τίμιοι γέροντες της Χώρας και περιχώρων της νήσου Ναξίας .
Εμείς φτωχοί έρημοι και σκλάβοι οι πολλά χαμένοι από τις αμαρτίες μας απέ το νησί της Σαντορίνης δίνομε είδηση για το μυστήριο τούτο όπου μας συνέβη εις τον τόπο ετούτο τον οργισμένο από τον μεγαλοδύναμο Θεό . Κατέχετε πως απέ τις δέκα του Σεπτεμβρίου άρχισαν οι σεισμοί σε τούτο το νησί και έτρεμε σαν να τρέμει καλάμι και κάμαμε μερονυχτίς δεήσεις και στις 26 του ίδιου μήνα  άνοιξε μια φλέβα πύρινη και φωτιά με καπνό μέσα στη θάλασσα δύο μίλια μακριά από τον τόπο τον λεγόμενο Κουλούπου και σε τρεις μέρες πάλι άνοιξε η φλέβα με τον σεισμό και έβγαλε φωτιά με καπνό και αστραπές με βροντές με αστροπελέκια με σεισμό και με ταραχή μεγάλη και τρομακτική και χάλασε τα σπίτια μας και πλάκωσε ανθρώπους και όσοι άνθρωποι ήταν όξω πέθαναν και τα πετούμενα όλα ψοφήσανε και τα χοντρά ζώα χάθηκαν και ο αέρας τύφλωνε τους μικρούς ανθρώπους και η θάλασσα έφυγε από το τόπο της και πήρε τα χωράφια μας όλα και ‘έβγαινε τόση βρώμα που δεν μπορούμε να φάμε , το στόμα μας είναι γεμάτο διάφη και ακόμα έως τώρα έχομε περισσότερο φόβο και ο μεγαλοδύναμος Θεός να κάνει ελεημοσύνη σε εμάς και η θάλασσα έπηξε και δεν μπορεί πλεούμενο να περάσει και ο παντοδύναμος να μας λυτρώσει απέ τούτη τη δυστυχία όπου είμαστε .
1650 Οκτωβρίου 3

Οι ιερείς και πρόκριτοι της νήσου Σαντορίνης γράφομεν.’’

‘’Αιδεσιμότατοι παπάδες και πρόκριτοι της μεγαλειοτάτης κοινότητας Σαντορίνης   Με μεγάλο μας καημό και λύπηση των ψυχών μας πιάσαμε το γράμμα σας και διαβάσαμε τα κάζα και τη δυστυχία της αφεντιά σας και πρέπει πως ο πανέλεος Θεός θα να ριξε την κατάρα του απάνω σε τούτα τα δυστυχισμένα νησιά και στέκονται όλα κατατρεμένα από πάσα λογής κατατρέξιμο και δυστυχίες και αφανισμοί αμή και εδώ στη Ναξία πήραμε είδηση και ακούσαμε και το βουητό που έγινε στον ουρανό και στη γη και στη θάλασσα και τρέμαμε όλοι μικροί και μεγάλοι χωρίς να ξέρουμε αν θα ναι το τέλος του κόσμου και ύπνο ήσυχο δεν κοιμόμαστε απαντέχοντας ώρα την ώρα το χαλασμό του νησιού μας από τον σεισμό και από την θεϊκή οργή που ακολούθησε και σας γράφομε πως αν ορίζετε από εσάς να ξεκινήσετε για το νησί μας θα σας αποδεχτούμε ως είναι το μπορετό μας με τη πάσα καλή καρδιά ως για να γλυτώσει η αφεντιά σας από τα αστροπελέκια και την φλόγα όπου συντρέχει σε σας και απομείνομε έχοντας την αποθυμιά να ξέρουμε και πως επογινίκετε


Από Ναξία έτος 1650 εις Νοεμβρίου 17’’

Τα «Ξόδια»και άλλα έθιμα λίγο πριν το Πάσχα στη Σαντορίνη

$
0
0
Την Μεγάλη Πέμπτη λέγανε παλαιότερα το παρακάτω ξόδι: [1]
Η Δέσποινα εκάθουνταν μόνη κι αμοναχη τζη,
Τη μπροσευχή τζη έκανε για το μονογενή τζη.
Γροικά βροντές, γροικά αστραπές και ταραχή μεγάλη,
Μπροβαίνει στα κατώφλια τζη θωρεί μια μπάντα κι άλλη,
Βλέπει τον ουρανό θαμπό και τ άστρι βουρκωμένο,
Το φεγγαράκι το λαμπρό, στο αίμα βουτημένο.
-έλα τ’ Αη Γιαννιού αδελφή και του Λαζάρου μάνα,
Να πάρω το ροδόσταμο να παμ οι τρεις αντάμα.
Και παίρνουν το στρατί στρατί, στρατί το μονοπάτι
Το μονοπάτι τσιβγαλε στ ατζίγανου τη μπόρτα.
-Άνοιξε βρε ατζίγγανε σκυλί μαγαρισμένο,
Κι η πόρτα από το φόβο τζη, άνοιξε μοναχή τζη.
-Για πες μου βρε ατζίγγανε, τι είναι αυτό που κάνεις;
-Καρφιά μου παραγγείλανε, οι φίλοι μου οι Οβραίοι.
Εκείνοι μου παν τέσσερα, κι εγώ τα κάνω πέντε.
Τα δυο ναναι στα χέρια Ντου, και τ άλλα δυο στα πόδια,
Το τρίτο το φαρμακερό, να ναι μες στην πλευρά του,
Να τρέξει αίμαι και νερό να πληγωθεί η καρδιά ντου.
-αμε και συ ατζίγγανε στάχτη να μη μποτάξεις
Και μέσα από το σακούλι σου, λεφτό να μην το πιάσεις.
Και παίρνουν το στρατί στρατί, στρατί το μονοπάτι,
Το μονοπάτι τση βγαλε στ Απίλατου τη μπόρτα,
Κι η μπόρτα από το Φόβο τζη, ήνοιξε μοναχη τζη.
Θωρεί δεξιά, θωρεί ζερβά, θωρεί μια μπάντα κι άλλη,
Άλλονε δεν ηγνώρισε παρά τον Αη Γιάννη.
-Αη μου Γιάννη Πρόδρομε και βαπτιστή του γυιου μου,
Δείξε μου με το τέκνο μου κι εσέ το βαφτιστή σου.
-Δεν έχω πόδια να σταθώ γλώσσα να σου μιλήσω,
Δεν έχω γοργοδάχτυλα για να σου Τονεδείξω.
-Έχεις και πόδια να σταθείς και γλώσσα να μιλήσεις,
Έχεις και γοργοδάχτυλα για να μου Τονε δείξεις.
-θωρείς εκείνο το βουνό, το μαυραραχνιασμένο,
Εκεί είναι το τέκνο σου και τοχουν σταυρωμένο.
-Ω Γυιε μου γυιε μου γυιέ μου
Κύριε και Θεε μου,
Ω Γυιε μου , γυιε μου αφέντη που περπατείς ως φέγγει
Ω Γυιέ μου όντες σε γέννου κι όντες σε κοιλοπόνου,
Δεν είδα τέτοιους πόνους !!!
ποια κι άλλη κακομοίρα Σαν τη δική μου μοίρα ,
 τώρα όρφανή και χήρα.



Και ακολουθούσαν σαν συνέχεια του προηγούμενου τα της Μεγάλης Παρασκευής[2]:

Σήμερο είν Παρασκευή παράκληση του κόσμου, σήμερο βάλανε βουλή , οι άνομοι Οβραίοι, οι άνομοι και τα σκυλιά, οι τρισκατατηραμένοι,  να πιάσουν τον μονογενή να τονε μαρτυρήσουν,
να τονε βάλουν έπειτα εις το σταυρό απάνω,
και να τον στεφανώσουνε μ αγκάθινο στεφάνι. 
Κι η Δέσποινα ως τα άκουσε την Προσευχή της κάνει, ω Μάρθα κι ω Μαγδαληνη τ’ Αη Ιακώβου Μάνα, τ Αη Λαζάρου αδελφή, να πάμε οι τρεις αντάμα. ω Γιέ μου αφέντη, που προπατείς και φέγγεις όλη την οικουμένη,
Γιε, σαν πας στον Άδη, γρήγορα να γυρίσεις, να με παρηγορήσεις, να με παρηγορήσεις, τη μάνα την καμένη, την πολυπικραμένη, σταυρέ μου σταυρωμένε, Σταυρέ Χαριτωμένε, σταυρέ για κλίνε μπρος μου, ν αγκαλιαστώ το γιό μου,  τα μάθια και το φως μου.  ω Γιέ μου, όντας σε γέννου κι οντάς σε κοιλοπόνου, δεν είδα τέτοιους πόνους. Περικαλώ σε Γιέ μου Κύριε και Θέε μου,στον Άδη μην αργήσεις, γρήγορα να γυρίσεις να με παρηγορήσεις.
Να με παρηγορήσεις, τη μάνα την καμένη, την πολυπικραμένη και στον κόσμο ξακουσμένη…..

Και ένα άλλο:
Ποιος είναι αυτός ο ξένος, ο παραπομενεμένος στο ξύλο καρφωμένος; Και μα πας είναι ο Γιός μου, τα μάθια και το φως μου και η έλλειψη του κόσμου;
Ω γιέ μου! Ω Γιέ μου Κύριε και Θεεμου και Πλαστουργέ μου.
Ω Γιέ μου, Γιε μ αφέντη, που περπατείς και φέγγει όλη η οικουμένη.
ω Γιέ μου, όντας σε γέννου κι οντάς σε κοιλοπόνου, δεν είδα τέτοιους πόνους.Περικαλώ σε Γιέ μου Κύριε και Θέε μου,στον Άδη μην αργήσεις, γρήγορα να γυρίσεις να με παρηγορήσεις.

να με παρηγορήσεις, τη μάνα την καμένη, την πολυπικραμένη και στον κόσμο ξακουσμένη…..

Λυπήσου ντη τη μάνα, που σ έτρεφε το γάλα, ωσαν τη ματζουράνα.

ο Ήλιος Βασιλεύει και το φεγγάρι φεύγει, Γιέ μου από το καμό σου.

Σταυρέ μου σταυρωμένε , σταυρέ χαριτωμένε,

Σταυρέ για κλίνε μπρος μου, ν αγκαλιαστώ το γιό μου, τα μάθια και το φως μου.

Κανέλλα θα μασήσω, το Γιό μου να φιλήσω, το γιό μου να φιλήσω,

Μαστίχα θα μασήσω, το γιό μου να μυρίσω, το Γιό μου να μυρίσω

Γαρύφαλλα θα πιάσω, το Γιό μου να αγκαλιάσω, για να τονε χορτάσω…








«Τη Μεγαλη Παρασκευή μετά την αποκαθήλωση δεν ντρώαμε τίοτις μόνο πίναμε λίγο ξύδι . Την Μεγάλη Παρασκευή στο Εμπορείο δεν κτυπούσαν οι καμπάνες, μόνου κτυπούσανε τα σήμαντρα. Άνδρες και κοπελιάρηδες του χωριού γύριζανε τα σοκάκια, όπως και τώρα με σήμαντρα ( σίδερα  και πλατιά χοντρά ξύλα) που τα χτυπούσανε τέλεια όμορφα. Το βράδυ πααίνανε στο Πιτάφιο. Στο δεξιό ψαρτήρι ήταν οι κοπελλιάριδες και στο αριστερό οι κοπέλες. Από μέρες πιο μπροστά κάνανε δοκιμές για να πούνε το «Η Ζωή εν τάφω…».   
 Ακολουθούσε η Αποκαθήλωση, και το στόλισμα του Επιτάφιου. Το βράδυ γίνεται η περιφορά των Επιταφίων σε όλα τα χωριά. Ξακουστή είναι η περιφορά του Επιταφίου στον Πύργο. Τα δρομάκια φωτίζονται με ντενεκεδένια λυχναράκια και η περιφορά γίνεται σε κατανυκτική ατμόσφαιρα. Οι φωταψίες του Πύργου βασίζονται σε μια παλιά παράδοση των Φανών όταν τα σκάφη έφθαναν στο λιμάνι των Φηρών.   Το Μεγάλο Σάββατο σε πολλά χωριά ασχολούνται με το στήσιμο του “Ιούδα». : Ένα είδος σκιάχτρου, γεμισμένο με βαρελότα, το οποίο άναβαν μετά τον εσπερινό της Αγάπης και το άφηναν να λαμπαδιάσει και να σκάσει με θόρυβο. Εκείνη τη νύχτα, την αναστάσιμη, όλοι κρατούσαν από μία κουτσούνα και ένα κόκκινο αυγό και με ανυπομονησία περίμεναν το τέλος της λειτουργίας αλλά και της νηστείας για να πάνε στα σπίτια και να φάνε τα σγαρδούμια. « Είναι έθιμο της Σαντορίνης. Δεν καταλαβαίνουμε Λαμπρή χωρίς τα σγασδούμια.» αναφέρει ο Μάρκος Ρούσσος στο βιβλίο « Σαντορίνη: Ήθη Έθιμα και Παραδόσεις».
Ξεχωριστός είναι ο Επιτάφιος του Μεγάλου Χωριού με τα «θλιβερά» που ήταν φερμένα από τη Ρωσία. Δεξιά και αριστερά του παίρνουν τη θέση τους τα μεγάλα και σπάνιας ομορφιάς εικονίσματα, ο ¨Αγγελος και η Μαγδαληνή . Ενώ μετά την Ανάσταση τοποθετείται στο κέντρο ο Αναστημένος Χριστός. Τα κειμήλια αυτά είχαν έρθει από τη Ρωσία γύρω στο 1900. Ο Επιτάφιος θα μείνει έτσι στολισμένος μέχρι την παραμονή της Αναλήψεως.




[1]Μαρία Μαυρομμάτη: Συλλογή λαογραφικής ύλης εκ του χωρίου Πύργος, της επαρχίας Θήρας, του νομού Κυκλάδων (1969) http://pergamos.lib.uoa.gr/dl/navigation?pid=uoadl:8598&scheme=euDefaultView
[2]από το βιβλίο του ΓΒενετσάνου « Λαογραφικά Σαντορίνης – Παραδόσεις» ( τόμος Δεύτερος)

Οι Ρίμες του Αγίου Γεωργίου στη Σαντορίνη

$
0
0
Οι Ρίμες ή ριμάδες από πλευράς Σαντορίνης, είναι άλλη μία από τις διαφορετικές καταγραφές  της τοπικής ιστορίας – λαογραφίας του τόπου μας.  Η διαφορετική μορφή τους : « θα πρέπει να αναζητηθεί περισσότερο στη διαφορετική τους λειτουργία. Ο ρόλος της ρίμας είναι κυρίως η μετάδοση  αξιοσημείωτων , εντυπωσιακών ειδήσεων στον χώρο και στον χρόνο  […] ο ρόλος της ρίμας είναι να μεταδόσει την αίσθηση που προκάλεσε το εξαιρετικό περιστατικό». [1]Η ζωή και το έργο του Αγίου Γεωργίου δεν άργησαν να γίνουν γνωστά στη Σαντορίνη όπως άλλωστε και σε όλον τον χριστιανικό κόσμο.[2]Αν και μέχρι στιγμής έχουν εντοπιστεί τουλάχιστον 5  παραλλαγές της ρίμας του Αγίου Γεωργίου στη Σαντορίνη  θα σταθούμε στις εξής τρεις  μιας και διαφέρουν :

Ο Μάρκος  Αβ. Ρούσσος μας παρουσιάζει την πρώτη[3]:  

«Άγιε μου Γιώργη ξακουστέ και αφέντη καβαλλάρη,
αρματωμένος με σπαθί και με αργυρό κοντάρι.
Θεριό είναι στον τόπο μας σ ένα βαθύ πηγάδι,
ανθρώπους το ταϊζανε κάθε πρωϊ και βράδυ.
Μια μέρα δεν του δώσανε άνθρωπο να δειπνήσει,
Σταλιά νερό δεν άφησε τη χώρα να δροσίσει.
Ας βάλουμε τα μπουλετιά, κι ότινος μέλλει ας πέσει,
Να πάει το παιδάκι του του λιονταριου πεσκέσι.
Τα μπουλετιά ηπέσανε σε μια βασιλοπούλα,
Όπου την είχε ο βασιλιάς μόνη κι αμοναχούλα.
Ο βασιλιάς σαν τ’ άκουσε, αυτό το λόγο είπε:
«πάρτε το βασίλειοο και το παιδί μου αφήστε»
Μα ολαος σαν τοκουσε τρέχει στον βασιλέα:
«δεν φήνεις το παιδάκι σου σε παίρνουμε εσένα».
- Επάρετο κι αμέτετο και ντύσετε το νύφη,
κι άμετετε το του λιονταριού γλυκά να το μασήσει.
Κι άμετετε και στο χρυσοχό να κάμει αλυσίδα,
Να πάτε να το δέσετε στου πηγαδιού τα χείλια.
Κι όταν το πηγαίνανε, όλα τα δέντρα σειόταν,
Και τα πουλάκια στις κορφές πικρά εκελαδούσαν.
Καιόταν την εκρεμούσανε όλα ταόρη τρέμαν,
Κι η κόρη Πάντα έλεγε: « Αλοίμονο σε μένα».
Ξένος κι αγνώριστος περνά τηνκόρη εχαιρέτα,
Κι η κόρη τα αποκρίνεται κι η κόρη του μιλάει.
«Τράβηξε ξένε από δω, τραβήξου παραπέρα,
Γιατί θα βγει το θεριοό να φάει εσέ και μένα

- Στρώσε τα γονατίκια σου για να ακουμπήσω επάνω,
- Κι όταν θα βγει το θεριό, σκούντα με σήκω, επάνω..
Σήκω Ξένε να χαρείς και το νερό αφρίζει,
Κι ο άγριος ο λέντας τα δόντια ακονίζει.
Δράκυ της έπεσε ευθύς, επάν στο μάγουλό του,
Σηκώνεται ανατολικά, και κάνει το σταυρό του.,
Και βγάζει το σπαθάκι του και κόβει το λαιμό του.

Πάλι ξαναδευτέρωσε την παίρνει μές στο στόμα,
Μεγάλη τάραξη έγινε σε όλο της το σώμα.

Πες μου Ξένε να χαρείς πως λένε τ’ όνομά σου;
Κι εγώ θα κάνω χάρισμα διπλό στο θέλημά σου.

Γιώργης στρατιώτης λέγομαι, απ την Καπαδοκία,
Κι αν θέλεις να κάμεις χάρισμα, κτίσε μια εκκλησία,
Και πιάσε και ζωγράφισε Χριστό και Παναγία,
Κι από μεριά της Παναγιάς γράψε ένα καβαλάρη,
Αρματωμένο με σπαθί και μ αργυρό κοντάρι.

Ξένε μου όταν κοιμόσουνα περνά μια περιστέρα,
Που κράτα Τίμιο Σταυρό εις τη δεξά τη χέρα,
Στον Άγιο πάλιέγραφε, ζήτω μου ευλαβεία:
«Αγιε Γιώργη που γλύτωσες την κοπελιά την εμοναχορη»|


Αλλή μία ρίμα του Αη Γιώργη μέσα από το αρχείο της λαογράφου - ερευνήτριας Στέλλας Κοντογιάννη




Ρίμα του Αη Γιώργη, (από: Καλλιόπη Νομικού)

«Ένα θεριό στον τόπο μας
σ’ ένα βαθύ πηγάδι
ανθρώπους το ταϊζανε
κάθε πρωί και βράδυ
μια μέρα δε ντου δώσανε
άνθρωπο να δειπνίσει
σταλιά νερό δεν ήφησε
τη χώρα να δροσίσει
να βάλουμε τα μπουλεθιά
να δούμε τίνος πέφτει
να πάμε τ’ άγριου θεριού
ένα παιδί πεστστσέσι
τα μπουλεθιά ηπέσανε
εις τη βασιλιοπούλα
οπού την είχε ο βασιλιάς
μόνια κι αμοναχούλα
ο βασιλιάς ως τόκουσε
πολύ του βαροφάνη
πάρτε το βίο μου όλο
και το παιδί μου αφήστε
εάν δε θες με το καλό
σε παίρνομε κι εσένα
κι αμέσως την επήγανε
πλησίον εις το πηγάδι
…………………
κι ο Αης Γιώργης ήρχουντα
στον κάμπο ο καβαλάρης
- Φύε μου ξένε απ’ εδώ
ξένε μου απ’ τα ξένα
για θάρθει τ’ άγριο θεριό
να φάει εμέ κι εσένα.
Πλώσε το ποδαράκι σου
απάνω ν’ ακουμπήσω
κι αν έρθει τ’ άγριο θεριό
σκούντα με να ξυπνήσω.
Τρέμαν τα όρη τρέμανε
και το θεριό ηρχούντας
κι η κόρη πάντα έλεγε
- Αλλοίμονο σε μένα.
Τα δάκρυά της πέφτανε
απά στον Άη Γιώργη.
κι ο Άης Γιώργης ξύπνησε
με όλη του την τόλμη.
Γυρίζει ανατολικά
και κάνει το σταυρό ντου.
Μια κονταρκιά του έδωσε
του ‘κοψε το λαιμό ντου.
Πάλι ξαναδευτέρωσε
τη ντρώει μες το στόμα.
Μεγάλη αναταραχή έγινε
στις πέτρες και στο χώμα.
Πες μου ξένε το μέρος σου
πες μου και τ’ όνομά σου.
Να πω εις το πατέρα μου
να κάμει θέλημά σου.
Ο Άης Γιώργης λέγομαι
απ’ τη Μακεδονία
κι αν έχεις ευχαρίστηση
χτίσε μιαν εκκλησία."


Στο ίδιο μοτίβο ο Μανώλης Λιγνός [4]καταγράφει άλλη μία παραλλαγή της ρίμας του Αγίου Γεωργίου
Ένα  θεριό στον τόπο μας, σ ένα βαθύ πηγάδι,
Άνθρωπο του παένανε, κάθε πρωί και βράδυ.
Μια μέρα δεν του πήαμε, άνθρωπο να μασήσει,
Νερό δεν ήφυκε σταλιά τη χώρα να δροσίσει.
- Να βάλουμε τη μπουλεθιά σε ποιο πέσει, να πάει στα άγριο θεριό ένα παιδί πεσκέσι.
Τα μπουλεθιά έπεσανε, εις τη βασιλοπούλα,
όπου τηνε χε ο βασιλιάς  μόνη κι αμοναχούλα.
Ο βασιλιάς σαν τ’ άκουσε άλλο λόγο δεν είπε: - Το βιος μου όλο πάρτε το και το παιδί μ αφήστε…..
....Ο κόσμος εσυνάχτηκε απά στου Βασιλέα.....
-          Ή το παιδί σου δώσε μας, ή παίρνουμε κι εσένα.
-          Πάρτε το κοριτσάκι μου  και ντύσετέ το νύφη, σαν έβγει τα άγριο θεριο, γλυκά να το μασήσει …..
Στο δρόμο που την πηαιναν , μπαντάει ένας ξένος.
-          Για φυα ξένε από εδώ, ξένε από τα ξένα, μην έβγει το άγριο θεριο και φάει εσέ και μένα
.-          Σύρε το ποδαράκι σου απάνω να ακουμπήσω, σαν έβγει τα άγριο θεριό, μίλησε να ξυπνήσω. …»
Και το θεριό όταν έβγαινε τρέμα τα  όρη τρέμα, και το κορίτσ’ ηφώναζε : « ΑΛοίμονο σε μένα….»
Τα δάκρυά της πέσανε απά σστον Άγιο Γεώργη Ηξύπνησε και τρόμαξε με όλη ντου την τόλμη,
Γυρίζει ανατολικά και κάνει το Σταυρό ντου και
Με τη μία που του δωκε του πήρε το λαιμό ντου,
Του την ξαναδευτέρωσε την πηρέ εις το σώμα,
Μεγάλ’ εγίνη η ταραχή στις πέτρες και στο χώμα. …
Και ο βασιλιάς που τα βλεπε, ψηλά από το παλάτι, ευτυς  αμέσως έτρεξε τον ξένο πλησιάζει:
Τον Άη Γιώργη χτίζουνε ,
Βάνω κι εγώ το χώμα,
για να περνώ να προσκυνώ,
Το ζαχαρένιο στόμα



η ανάρτηση αυτή αφιερώνεται στον Νίκο Αντωνίου Κονταράτο που έφυγε χθες 20-4-2017



[1]Ν. Πολίτη: οι «Ρίμες» , έμμετρες αφηγήσεις περιστατικών, στο Η λαική λογοτεχνία στη Νοτιανατολική Ευρώπη (19ος- 20ος αι), τετράδιο εργασίας 15, σελ 79-90 http://helios-eie.ekt.gr/EIE/handle/10442/7649 (ενημέρωση Ιούλιος 2015).
[2]Μηνδρινός Ματθαίος, Θηραϊκές Ρίμες, Κυκλαδικά Θέματα 1986 Ιανουάριος Φεβρουάριος
[3]Ρούσσος Μ, Σαντορίνη – Ήθη εθιμα και παραδοσεις, Αθήνα, 1979 σελ 129.
[4]Λιγνός Εμμ, Λαογραφικά της Σαντορίνης, Μ.Ι.Δανέζης (επιμ.) Σαντορίνη 1971 

Toυ Αγίου Γεωργίου στη Σαντορίνη (2017)

$
0
0
Διακρίνονται δύο εκκλησίες στο ηφαίστειο.
 Η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου είναι η ορθόδοξη.
Η κοινότητα του ηφαιστείου υπήρχε μέχρι και την έκρηξη του 1866 
 Από τον Άγιο Γεώργη τον Απανωμερίτη, στον Άγιο Γεώργιο τον φτωχό, και από τον Άγιο Γεώργιο τον Ξεχρεωτή στον Άγιο Γεώργιο το Θαλασσίτη
Ιδιαίτερη τιμή και στον Άγιο Γεώργιο γίνεται στη Σαντορίνη. Από την Απάνω Μεριά και την εικόνα με τις σημαίες μέχρι και το θαύμα του Αγίου στο Σκάρο, μέχρι και τον Άγιο Γεώργιο το Θαλασσίτη, η τιμή προς τον Άγιο συνδυάζει λαογραφικά στοιχεία ιστορία  και Πίστη.  Το σωματείο ορυχοεργατών της Σαντορίνης ονομαζόταν « ο Άγιος Γεώργιος», η ορθόδοξη εκκλησια που υπήρχε πάνω στο ηφαίστειο μέχρι και την έκρηξη του 19ου, τον Άγιο τιμούσε, πλοία της Θηραϊκής ατμοπλοίας και κυρίως των οικογενειών της Οίας  και τόσα άλλα....Είναι δύσκολο να σταχυολογήσεις την απήχηση του Αγίου σε όλη τη θηραϊκή κοινότητα.  « Ανάμεσα λοιπόν στα λαογραφικά κεφάλαια της Σαντορίνης, γράφει ο Ματθαίος Μηνδρινός, και το πρόσωπο του Αγίου Γεωργίου του επιλεγομένου τροπαιοφόρου, που εορτάζει στις 23 Απριλίου.[i]Στο όνομα του υπάρχουν στο νησί πολλοί ναοί με διαφορετικό προσωνύμιο. Έτσι στο χωριό Μέσα Γωνιά είναι ο ναός  του Αγίου Γεωργίου του «Σιδερή» που η χάρη του σιδερώνει τους πιστούς. Στο νησί αξιοσημείωτη μπορεί να θεωρηθεί η σύνδεση του Αγιου Γεωργίου με τα ξόρκια. Στο Εμπορείο[ii]λένε: « Αη Γιώργη Καβαλάρη, με σπαθί και με κοντάρι, δος μου το κλειδάκι σου, ν ανοίξω το ματάκι μου, να δω τι έχει μέσα κριθάρι ή σιτάρι ή μαργαριτάρι»


Μέσα Γωνιά [iii]
Ο Άγιος Γεώργης ο Σιδερής ή Σιδερίτης, γιορτάζεται στις 3 του Νοέμβρη, ενώ το φθινόπωρο έχει ήδη μπει για τα καλά, και οι πρώτες βροχές έχουν ξεδιψάσει κάπως την άνυδρη θηραϊκή γη. Το ξωκκλήσι βρίσκεται ανάμεσα σε αναβαθμίδες με κοντές φιστικιές, ένα από τα παραδοσιακά προϊόντα του νησιού, και από τα λίγα δέντρα που βρίσκει κανείς στη Σαντορίνη. Αξιοσημείωτο γεγονός στο πανηγύρι του Άη Γιώργη του Σιδερίτη είναι το κρέμασμα του μπακαλιάρου. Από νωρίς, και κατά τη διάρκεια της λειτουργίας, έξω από εκκλησάκι και πάνω από το ρημίδι, τεντώνονται σκοινιά στα οποία κρεμιούνται μπακαλιάροι παστοί και ρέγγες καπνιστές. Με το πέρας της λειτουργίας ο κόσμος περνάει και σερβίρεται μόνος “ξελουριάζοντας“ το μπακαλιάρο και τη ρέγγα με το χέρι και συνοδεύοντάς τα με άφθονο ντόπιο σαντορινιό κρασί για να ξεπλύνει την αρμύρα τους.


Οία
Η μεγαλοπρεπής εκκλησία του Αγ.Γεωργίου είναι ο δεύτερος ενοριακός ναός της Οίας μετά τον Καθεδρικό ναό "Παναγία Πλατσανή (Ακάθιστος Ύμνος)".  Είναι πολιούχος άγιος του χωριού και δεν είναι τυχαίο ότι ένα από τα επικρατέστερα αντρικά ονόματα στην Οία είναι Γιώργος και Τζώρτζης προς τιμή του Αγίου!  Το πανηγύρι γίνεται ανήμερα της εορτής του μετά το τέλος της πανηγυρικής θείας λειτουργίας και είναι ένα από μεγαλύτερα παραδοσιακά πανηγύρια της Οίας με πολύ φαγητό και κρασί.   Την παραμονή της εορτής το απόγευμα, ομάδα από άνδρες του χωριού, παίρνουν τα δύο λάβαρα της εκκλησίας: α) την ελληνική σημαία με αποτυπωμένη πάνω τη μορφή του Αγίου και β) τη σημαία του συλλόγου Οιατών εν Αθήναις «Αγ.Γεώργιος» και με την συνοδεία νησιώτικων οργάνων να παίζουν σαντορινιούς σκοπούς, καταλήγουν στη κεντρική πλατεία. Εκεί τους περιμένει συγκεντρωμένος ο κόσμος με τον ιερέα και τους ψαλτάδες. Ουσιαστικά «το γκράξιμο της σημαίας του Αγίου» όπως το αποκαλούν οι Απανωμερίτες πρόκειται μια μορφή "καλέσματος". Οι καμπάνες της Πλατσανής χτυπούν ασταμάτητα καθώς πλησιάζουν οι σημαίες ενώ τα βαρελότα πέφτουν …με το τσουβάλι!! Αφού φτάσουν στην πλατεία, παραμένουν εκεί για ένα 5λεπτο και ξεκινάνε πάλι αυτή τη φορά όλοι μαζί με πομπή προς την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου για να γίνει ο καθιερωμένος εσπερινός. Της πομπής προπορεύονται τα βιολιά, πίσω ακολουθεί ο παπάς με τους ψαλτάδες, οι σημαίες και τελευταίος ο κόσμος.
Μετά το τέλος του εσπερινού, σερβίρονται γλυκά και αναψυκτικά, για "συχώριο"των Γιώργων που έχουν φύγει από τη ζωή.  Την επόμενη μέρα, ανήμερα της εορτής, μετά το τέλος της θείας λειτουργίας και αφού ολοκληρωθεί η λιτανεία της εικόνας του Αγίου στα στενά του χωριού, μεταφέρεται στο"πανηγυρόσπιτο" (ειδικό δωμάτιο όπου σερβίρεται το φαγητό), γίνεται δέηση για να "το ευλογήσει ο Άγιος"και αρχίζει να σερβίρεται στους παρευρισκόμενους. Το γλέντι κρατάει μέχρι αργά το απόγευμα. να πούμε ότι η προετοιμασία για το πανηγύρι, αρχίζει από μέρες πριν και συμμετέχει σχεδόν όλοι εθελοντικά, άλλοι στο καθάρισμα της εκκλησίας και άλλοι στην προετοιμασία του φαγητού. Οι Απανωμερίτες ευλάβονται πολύ τον Αγ.Γεώργιο για αυτό εκτός από τον μεγάλο ενοριακό ναό, υπάρχουν σε όλους τους οικισμούς της Οίας διάσπαρτα μικρά εξωκλήσια αφιερωμένα στο όνομα του.Οι 3 σημαίες που κρατούν είναι:1) η ελληνική σημαία με αποτυπωμένη πάνω τη μορφή του Αγίου2) η σημαία του συλλόγου Οιατών 3) η παλιά σημαία της ακτοπλοίας του Λουκά Νομικού  


Ημεροβίγλι
Άγιος Γεώργιος ο Ξεχρεωτής
Πριν από 150 χρόνια υπήρχε ένας καλλιεργητής από το Ημεροβίγλι, ο οποίος είχε δανεισθεί από τα "αφεντικά τους"και επειδή δεν μπορούσε να πληρώσει τα χρέη του, διότη την χρονιά εκείνη το νησί είχε μια φοβερή ανομβρία και οι σοδιές είχαν πρόβλημα. Εκτός των άλλων τα πολλά μέλη της οικογένειάς του, άρα και τα πολλά έξοδα, τον είχαν οδηγήσει στο να κινδυνεύει να χάσει τα χωράφια του και τα αμπέλια του.
Όλη τη νύχτα σκεφτότανε, μα είδε πως τπτ δεν μπορούσε να τον σώσει. Την άλλη μέρα ξεκίνησε με την "πετσέτα του" ( το σημερινό δεκατιανό του....) για τα χωράφια του. Περνούσε απ έξω από τον Άγιο Γεώργη και λέει : "Ας έμπω να πω του Αγίου τι μου συμβαίνει ίσως εκείνος με βοηθήσει."
Πράγματι μπήκε, άναψε το καντήλι και προσευχήθηκε στον Άγιο, τάζοντας οτι άμα του κάνει το θαύμα και σώσει τα αμπέλια του και θα κάνει στη γιορτή του την "Πανήγυρη"με κρέας και πατάτες. Μα δεν ηπρόκαμε να κάμει λίγα βήματα και άρχισε να βρέχει ασταμάτητα για πολλές ημέρες. Οπότε σώθηκε η σοδειά του και κατάφερε να ξεχρεώσει τα χρωστούμενά του. Απ αυτό το περιστατικό ο Άγιος Γεώργης ονομάζεται "Ξεχρεωτής"


Λίγο πριν αναχωρήσουμε από το Ημεροβίγλι ξεχωριστο σημείο προσκυνήματος ο Άγιος Γεώργιος λίγο πριν το Σκάρο , με το θαύμα που   πριν απο πολλά χρόνια ένα παιδί έπεσε γλυστρισε ...και σώθηκε....




Μεγαλοχώρι

Άγιος Γεώργιος Μεγαλοχωρίου
Αφιερωμένο στον αδερφό Πρόδρομο της Μονής Προφήτη Ηλία[iv],
 «[....] ανεβαίνοντας τα λιθόκτιστα σκαλοπάθια του, μοσχοβολούσε το αλισμαρί, που ήτανε σκορπισμένο κι από την ορθάνοιχτη θύρα του αντηχούσαν οι αναστάσιμοι ύμνοι που έψαλλαν οι χωριανοί ψαλτάδες ( αιωνία τους η μνήμη): Αντώνης Σιγάλας - Πέρακας, Γουλιέλμος Αργυρός, Ευάγγελος Νομικός- Μπαχάς, Γιώργης Σιγάλας -Μπαλής, κι από κοντά το Νικολέττι του Καφούρου - Χλαπί, βαστούσε πάντα το ίσο πιστη στην οικογενειακή παράρδοση της.  Ασάλευτοι οι αιώνες μέσα στη δίκλιτη καμαρόσκεπη εκκλησιά. το Μελιχρό φως των κεριών στο πολυέλαιο και στα μανουάλια τρεμόπαιζε αναδεύοντας την πανάρχαιη ιστορία της. Έξω στον Αυλόγυρο οι χωριανοί, μελίσσι, αφού το εκκλησιδάκι χωρούσε ίσα με είκοσι νομάτους. Τους φευγάτους εκείνους συγχωριανούς όσους θυμάμαι θα μνημονεύσω που για το συγχώριο τους οι καλοσυνάτες Μεγαλοχωριανές θυατέρες προσφέρουν κονιάκ, και γλεούδια: Τζώρτζη Σαλίβερο- Μπατζάνη, Γιώργη Νομικό ( Αούστριας), Γιώργη Γιακουμέλη, Γιώργη Αλιφραγκή - Μαρκούτσο, Γιώργη Δαμασκηνό - Φούρναρη....[...]



 Πύργο
Από τον Άγιο Γεώργιο το «φτωχό» και τον Άγιο Γεώργιο στα «Σκαλάκια»  τον Άγιο Γεώργιο Λαγκαδιώτισσας και τον Άγιο Γεώργιο στο Καστέλι θα σταθούμε  και θα ξαποστάσουμε σε τρεις  από αυτούς:
-          Άγιος Γεώργιος Λαγκαδιώτισσας
Ο Γιώργος Βενετσάνος[v]  αναφέρει την Ιστορία τ Άη Γιώργη της Λαγκαδιώτισσας στον Πύργο.: "Εκεί υπάρχει μια εικόνα που παριστάνει τον Άγιο καβαλλάρη, να σκοτώνει το δράκο και από πίσω να είναι ένα παιδί. Αυτό είναι ντυμένο σαν τουρκάκι.. Η παράδοση λέει ότι στα χρόνια τση σκλαβιάς μια μητέρα ξαφνικά έχασε το παιδί τζη. Άφού ήψαξε παντού κατάφυγε στον Άη Γιώργη που ήτανε στη γειτονιά τζη. Κάθε μέρα η καμένη ημπροσεύχουνταν στον Άγιο να τση φέρει το παιδί της. Ίσαμε που ο Άη Γιώργης τη λυπήθηκε και ηποοφάσισε να τση το πάει. Ανήμερα λοιπός, τ Άη Γιώργιου, εκειδά που ηλουτρουούσανε ήκουσε ο κόσμος χλοπατα τ αλόγου. Βγαίνουν ίξω και τι να δουν το χαμένο παιδί της κερα Θολοϊνης. και να βαστά στα χέρια του ένα κανάτι και μια νυφτομαντήλα. Περίεργος ο κόσμος των ρώτησε πως βρέθηκε ξανα εδώ: Μια μέρα που ήπαιζα στην αυλή λέει το παιδί μου ρθε στο νου να μην βγω όξω στο δρόμο. Εκείνη την ώρα περνούσανε κάτι αράπηδες , μ αρπούνε, και μονομιας μου βουλώνουν το στόμα μου και φορθωθηκε ένας από αυτούς και με πάει στο καϊκι. Έπειτα μ αφήσανε σε έναν αγριάνθρωπο, όποοιος ήθελε συνέχεια να τον βοηθάω να πλένεται... Εγώ όμως έκλαιγα και παρακολούσα τον Αη Γιώργη που είναι στο Λαγκάδι ( Λαγκαδιώτισσα), να με πάρει απο εκει. Μια μέρα εμφανίστηκε μπροστά μου ο Άγιος και μου λέει:- Καλλίκεψε τ άλογο.... -Δεν ξέρω κι εγώ πως τα κατάφερα και τελικά το καλλίκεψα και μ έφερε ως εδώ  ….Η εικόνα του Αγίου υπάρχει ακόμα στο Ναό!

Άγιος Γεώργιος το Κατεφχιο [vi]
Η Εκκλησία του Αϊ Γιώργη στον Πύργο Σαντορίνης λέγεται ότι κτίσθηκε το 1754.[vii]
Η λέξη κατιφιό σημαίνει καταφύγιο ή κατίφια μέρος που δεν το βλέπει ο ήλιος και βασίλειο γιατί έμεινε εκεί η βασιλοπούλα.Πολλοί πιστεύουν ότι η είσοδος του σπηλαίου χτίστηκε για να κρύβονται οι κάτοικοι της περιοχής από τους πειρατές και έτσι δικαιολογείται και η ύπαρξη των τριών οπών που είναι σαν πολεμίστρες στον τοίχο που κλείνει την είσοδο του σπηλαίου.Το σπήλαιο Κατηφιό το συνδέουν επίσης με το «Βασίλειο» όπως ονομάζουν την Αρχαία Πόλη της Θήρας.  
Την ονομασία κατιφιό το πήρε σίγουρα από το σπήλαιο το οποίο βρίσκεται δίπλα στην εκκλησία. Ιδιοκτήτης της είναι η Μάρθα Καταβάτη Κουτσογιαννοπούλου από τον Πύργο Καλλίστης κόρη του Γεωργίου Καταβάτη από όπου και την κληρονόμησε.   Η εικόνα του ναού φυλάσσεται στην εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα στον Πύργο και μόνον την ημέρα που γιορτάζει ο Άγιος 23 Απριλίου και πάντα μετά το Πάσχα παίρνει την θέση της μέσα στο ξωκλήσι. Λέγεται επίσης ότι έχει κάνει θαύματα.
Όπως μου εξιστόρησε ο κος Γιώργος Καταβάτης ο παππούς του του μίλησε κάποτε για ένα Καΐκι φορτωμένο με ασβέστη που προσέγγιζε το νησί μέσα σε σφοδρή θαλασσοταραχή, και κινδύνευε να καεί (λόγω του φορτίου) καίγοντας μαζί και το πλήρωμα. Ο Καπετάνιος Σαντορινιός στην καταγωγή ο Απόστολος Μουσούρης βλέποντας μπροστά από την πρύμνη του καϊκιού το ξωκλήσι του Αγίου προσευχήθηκε στην χάρη του να γαληνέψει η θάλασσα για να φτάσουν σώοι στο νησί. Έτσι και έγινε. Ο ίδιος και η μετέπειτα φαμίλια του την ημέρα της γιορτής του Αγίου ακόμα και σήμερα επισκέπτονται την εκκλησία και συμμετέχουν στην
 πανήγυρη . Η λαογραφία αναφέρεται, όσον αφορά το Σπήλαιο του Κατιφιού ,ή κατεφιού ,ή βασίλειο σε θρύλους.Λέγεται ότι ένας βασιλιάς θέλοντας να τιμωρήσει την κόρη του την έβαλε σε ένα πλοίο για να την εξορίσει μακριά. Ενώ ταξίδευαν και βρίσκονταν έξω από το Καμάρι η βασιλοπούλα παρακάλεσε τον καπετάνιο να την αφήσει ελεύθερη εφ’ όσον του υποσχέθηκε ότι θα κρυφτεί και κανένας δεν θα μάθει που βρίσκεται. Έτσι και έγινε . Την αποβίβασαν στο Καμάρι και η πριγκίπισσα βλέποντας το εκκλησάκι του Άι Γιώργη στο απρόσιτο σημείο που βρισκόταν αποφάσισε να πάει να κρυφτεί εκεί. Εκεί συνάντησε ένα καλόγερο του οποίου του εξήγησε τι της είχε συμβεί και τον παρακάλεσε να την κρύψει κάπου που κανείς δεν πρόκειται να την ανακαλύψει. Ο καλόγερος λοιπόν της έδειξε το σπήλαιο της εξήγησε ότι είναι απρόσιτο ότι δεν θα ήταν δυνατόν να κατεβαίνει από εκεί και ότι θα έπρεπε να ανεβάζει με καλάθι τις τροφές που αυτός θα τις έφερνε .Έτσι και έγινε ώσπου μια μέρα μετανιωμένος ο Βασιλιάς ψάχνοντας την κόρη του έφτασε εκεί όπου και την βρήκε και την πήρε πίσω στο βασίλειό του.
Άλλοι λένε ότι ήταν τόπος τιμωρίας μιας άπιστης βασίλισσας.   

Παλαιά Μονή Αγίου Γεωργίου Πύργος
῞Αγιος Γεώργιος
Πρόκειται γιά μονόκλιτη βασιλική, πού ἐφάπτεται μέ τή βόρεια πλευρά τοῦ ναοῦ τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου. Κτίσθηκε ἀπό τόν ἱεροδιάκονο Παρθένιο Σιγάλα καί ἀφιερώθηκε στή Μονή τό 1725. Σύμφωνα μέ τό σχετικό ἀφιερωτικό γράμμα ἔπρεπε νά τελοῦνται «τρεῖς λειτουργίαι τὴν ἑβδομάδα καὶ νὰ ἔχῃ ἐφημέριον διαρκῶς». Μεταξύ τῶν ἄλλων ὑποχρεώσεων, πού ἀναλάμβανε ἡ Μονή ἔναντι τοῦ μετοχίου ἦταν «νὰ ἀνάπτεται ἀκοίμητος κανδήλα ἐμπρὸς τῆς Εἰκόνος, νὰ καίεται μία λαμπὰς κατὰ τὰς καθ’ ἑβδομάδα γενομένας παρακλήσεις, τὴν Παρασκευὴν ἢ Κυριακὴν ἑσπέρας ὑπὸ τοῦ ἐφημερεύοντος ἱερέως...». Τούς ὅρους αὐτούς ἐκπλήρωσε ἡ Μονή μέχρι τό 1935. ᾿Από τό 1735 ἕως τό 1830 λειτούργησε ὡς γυναικεῖο μοναστήρι (σώζεται κτηριακό συγκρότημα μέ κελιά). Σύμφωνα μέ τό σχετικό ἐπισκοπικό Γράμμα τοῦ Ζαχαρία Γύζη (8 Φεβρουαρίου 1735), οἱ κάτοικοι τοῦ Πύργου ἀποφάσισαν «νὰ κτίσουν σεβάσμιον μοναστήριον μὲ ἔξοδα τῶν χριστιανῶν... εἰς τὸ ὄνομα τοῦ ῾Αγίου ἐνδόξου μεγαλομάρτυρος Γεωργίου». Τό μοναστήρι ἦταν κοινόβιο, μέ ἐντολή ὥστε «αἱ καλογραῖαι νὰ μὴν ἠμποροῦν νὰ εὐγαίνουν ἔξω ἀπὸ τὴν πόρταν, μήτε ἄλλος τινὰς νὰ ἐμβαίνῃ μέσα, οὔτε ἡγούμενος, οὔτε ἱερομόναχος, οὔτε λαϊκός, οὔτε γυναῖκα, οὔτε παιδί, οὔτε αὐτὸς ὁ ἀρχιερεύς, πάρεξ διὰ μεγάλην ἀνάγκην».῾Η λειτουργία τῆς Μονῆς σταμάτησε τό 1839, ὅταν διαλύθηκε ἐξαιτίας τοῦ ᾿Οθωνικοῦ διατάγματος ἀρ. 30. Οἱ μοναχές ἐγκαταβίωσαν στή μονή τοῦ ῾Αγίου Νικολάου, λίγο ἔξω ἀπό τά Φηρά. Μέ τούς σεισμούς τοῦ 1856 τό ἐναπομείναν μοναστηριακό συγκρότημα κατέστη σχεδόν ἀκατοίκητο, ἐνῶ οἱ σεισμοί τοῦ 1956 ἐπέφεραν ἐπιπλέον καταστροφές.



Κοντοχώρι
Άγιος Γεώργιος ο Σφουγγατάς  [viii]
Αη- Γιώργης ο Σφουγγατάς, μια ερμηνεία για το προσωνύμιο: «Ένα παιδί για να ευχαριστήσει τον άγιο για τη βοήθεια που του είχε δώσει, του χάρισε ένα σφουγγάτο. Κάποιοι ναυτικοί, οδηγημένοι από το φως του αγίου Γεωργίου βγήκαν στη στεριά και για να ευχαριστήσουν τον άγιο πήγαν να του ανάψουν κερί. Βρήκαν το σφουγγάτο και το έφαγαν. Η πόρτα της εκκλησίας δεν άνοιγε όμως. Κατάλαβαν πως ήταν για το σφουγγάτο, πλήρωσαν και τότε η πόρτα άνοιξε. Και τότε είπαν: Καλό ήταν το σφουγγάτο σου Αη- Γιώργη μου, αλλά ακριβό».  


Εμπορείο
Ιερό Ησυχαστήριο Αγίου Γεωργίου του Θαλασσίτη[ix]
Βρίσκεται στήν περιοχή τοῦ ᾿Εμπορείου, μεταξύ Περίσσας καί ᾿Εξωμύτη, κοντά στή θάλασσα. ᾿Αρχικά βρισκόταν μέσα σέ ἕναν μικρό ἀμπελώνα τῆς Μονῆς. ᾿Αργότερα, μέ αἴτηση τῶν κατοίκων τοῦ ᾿Εμπορείου, σύμφωνα μέ τήν παράδοση, δόθηκε ἄδεια νά χρησιμοποιηθεῖ ἕνα μέρος τοῦ ἀμπελώνα ὥστε νά ἐπεκταθεῖ ὁ ναός καί νά μείνει ἐφεξῆς ἀνεξάρτητος. ῎Εγινε λοιπόν ἡ ἐπέκταση, μέ ἕναν πλέον τρισυπόστατο ναό μέ τροῦλο, μέ κυκλοειδῆ αὐλή, μέ δύο τραπεζαρίες (μεγάλη καί μικρή), μέ μαγειρεῖο καί δεξαμενή. ῎Εχει κωδωνοστάσιο πρός τό ἄκρο τῆς αὐλῆς, τό ὁποῖο ἀνακαινίσθηκε, λόγω τοῦ κινδύνου κατάρρευσης τοῦ παλαιοῦ ἀπό τό σεισμό τοῦ 1956. Γύρω στό 1970 ἀνακαινίσθηκαν καί τά δύο πλάγια κλίτη καί μετατράπηκαν σέ παρεκκλήσια (νότιο· ἅγιος ᾿Ελευθέριος, βόρειο· εὐαγγελιστής Μάρκος), ὅλα τά ἱερά σκεύη, καθώς καί ξυλόγλυπτο ἐπίχρυσο τέμπλο.῞Ολα ἔγιναν μέ τήν συνδρομή τῶν κατοίκων τοῦ ᾿Εμπορείου, ἰδιαιτέρως ἐκείνων πού ἔμεναν στή Ρωσία, μέ τήν ἀκάματη φροντίδα καί ἐπιστασία τοῦ Νικολάου Μαυρομμάτη, ὁ ὁποῖος ἔφερε ἀπό τήν Ρωσία εἰκόνες, σκεύη καί ἄμφια. Σήμερα, μετά ἀπό τή φροντίδα τῆς ἀδελφότητας τοῦ Προφήτη ᾿Ηλία, ἡ ἐκκλησία συντηρήθηκε καί ἀναπαλαιώθηκε ἐκ νέου, κτίστηκαν κελλιά και βοηθητικοί χώροι και ὁ Ἅγιος Γεώργιος λειτουργεῖ ἀπό τό 2005 ὡς γυναικεῖο ἠσυχαστήριο (2 μοναχές). Ενώ για το μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου συμπληρώνει ο Μάρκος ΑΒ.Ρούσσος, στα « Λαογραφικά της Σαντορίνης «...Παλαιότερα και όταν ακόμη ζούσε η Καλλιώ του Χαριτωμένου γινόταν μεγάλο πανηγύρι και σαν τελείωνε  η λειτουργία οι χωρικοί έστρωναν τις πετσέτες τους στα αμπέλια με τα ανθισμένα κλήματα και τα έρριχναν  στο φαγοπότι με βιολιά, χορούς, τραγούδια. Εκεί πλαι στη μεσαια πόρτα της εκκλησίας υπάρχει μια μεγάλη στέρνα  μ ενα ιστορικό μακρόστενο σιδερένιο αγλιστήρι δεμένο με μια χοντρή αλυσσίδα. Από αυτό το αγλιστήρι δροσίστηκαν οι προσκυνητές, οι διαβατάρηδες, οι τρατάρηδες και οι δουλευτάδες .






[i]Μ.Μηνδρινός Θηραικές Ρίμες, Κυκλαδικά Θέματα , Γενάρης – Φλεβάρης 1986

[ii]Γεώργιος Βενετσάνος: Λαογραφικά Σαντορίνης, ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ τόμος Β
[iv]Συρίγου- Μονιούδη Γ., Η Σαντορίνη μου, Εκδόσεις Θηραικά 
[v]Γεώργιος Βενετσάνος: Λαογραφικά Σαντορίνης, ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ τόμος Β

[vi]Για το προσωνύμιο Κατεφχιο πρέπει να σταθούμε ουσιαστικά στα δύο σημεία του βουνού του Προφήτη Ηλία. Το ένα αφορά τον Άγιο Γεώργιο το Κατεφχιο  από την πλευρά του Πύργου και το άλλο την Παναγια την Κατευχιανή στην Περίσσα (http://kallistorwntas.blogspot.gr/2012/09/blog-post_6794.html)
[viii]Καραμολέγκου Μαρία, Θρησκευτικός Τουρισμός, η περίπτωση της Σαντορίνης, Τει Κρήτης

Αντίσταση στη Σαντορίνη

$
0
0
Αντίσταση στη Σαντορίνη
Η κατοχή[1]στη Σαντορίνη μπορεί να χωριστεί σε δύο περιόδους: Α περίοδος μέχρι το Σεπτέμβριο του 1943, οπότε η Ιταλία υπογράφει ανακωχή με τα συμμαχικά στρατεύματα και στην ουσία παρέδωσε σε αυτά την εξουσία. Β Περίοδος: - 20η Οκτωβρίου 1944, υπο τη Γερμανική κατοχή με κάποια υπολείμματα Ιταλών.
Εμείς θα σταθούμε αυτή τη φορά σε δύο σημαδιακές ημέρες της σύγχρονης ιστορίας της Σαντορίνης μέσα από το βιβλίο του Γιάννη Κοκκαλάκη: Η Σαντορίνη στο Β Παγκόσμιο Πόλεμο, Εκδόσεις Σταμούλη, 2010.
Το γιατί...ας αφήσουμε το συγγραφέα να μας μιλήσει:
Δευτέρα 24 Απριλίου 1944
 Όπως  θα  δείτε  στη   συνέχεια  η  σημερινή μέρα  ήταν  μεγάλη  και  σημαδιακή γιά  την   Σαντορίνη.  Αλλά  ας  πιάσουμε  τα  γεγονότα  από  την  αρχή.   Την  άνοιξη του  1944  αρχικά   η  SBS  {Special  boat Squadron ) Βρετανική  ειδική  μοιρα  σκαφών  με   διοικητή  τον  Ταγματάρχη Τζώρζ  Τζέλλικο  και  ο  Ιερός  λόχος υπό  τον   συνταγματάρχη  Χριστόδουλο  Τσιγάντε  ενώθηκαν  στο  Αγαίο  και  άρχισαν  επιχειρήσεις.  Από  την  SBS   πρώτο  ανέλαβε  δράση το  απόσπασμα  Ι, και   μετά  το  απόσπασμα  s  από   τον  ταγματάρχη   Ντέιβιντ   Σάδερλαντ. Μεταξύ των  ανδρών  του  αποσπάσματος  S ήταν  και  ο  Έφεδρος  Ανθυπολοχαγός  Στέφανος  Καζούλλης.
Το  SBS   ήταν  μία  ομάδα  με  άνδρες  ξένων  ως  επί  το  πλείστον. Από  την  στιγμή  όμως  που  εκτελούσαν  επιχειρήσεις σε  ελληνικά  εδάφη, η παρουσία  ενός τουλάχιστον  αξιόπιστου  ΄Ελληνα  ήταν  απαραίτητη  για  να  διευκολύνει  την  συνεννόηση με  τους  ντόπιους. Ο  Στέφανος ήταν  αγαπητός σ΄ όλους  τους  συναδέλφους  του. Η  στρατιωτική  ζωή  του  άρεσε και  επιθυμούσε να  μείνει  μόνιμα  στο  στράτευμα.  Την  τελευταία  φορά  που  βρέθηκε  στην  Αλεξάνδρεια  ανακοίνωσε την  αποφασή  του   στον    πατέρα  του   «Πατέρα  ο  πόλεμος  τελειώνει και  θα  νικήσουμε. Τα  παιδιά θα  αποστρατευθούν αλλά  εγώ  θα   μείνω. ΄Εχω ακόμη   πολλή  δουλειά».
Το  βράδι της  19ης  Απριλίου  από   την  πλωτή  βάση   στον  όρμο Μπαλισού  των  Μικρασιατικών  παραλιών ανεχώρησαν  δύο  ημιολίες  με   δύο  ομάδες  ανδρών.    ‘ Εφθασαν στη  Σαντορίνη  μετά  τρείς  μέρες, τα  ξημερώματα  της  22ας  Απριλίου. Ταξίδευαν  μόνο  νύχτα  για  λόγου  ασφαλείας.
Αποβιβάστηκαν   στη  νοτιοανατολική  πλευρά  της  Σαντορίνης στο  Καμάρι. Βγήκε  ο  Καζούλλης  με  τον  Λάσσεν  και  προχώρησαν  προς   την  έξω  Γωνιά  και  έφθασαν  μέχρι  το  μοναστήρι   του   Προφήτη   Ηλία.  ΄Εμειναν  περίπου   δύο  ώρες  και  πήραν  πληροφορίες  από  τους  ντόπιους  .  Γύρισαν  στο  καράβι  τους  και  πήγαν  στην  Νέα  Καμένη  (στο  ηφαίστειο )  και   έμειναν  κρυμμένοι  όλη  νύχτα.
Πρίν  ακόμη  ξημερώσει  η  23η  Απριλίου  αποβιβάστηκαν  στην  αμμώδη  περιοχή  του  Κουλούμπου  κοντά  στο  χωριό  Βουρβούλος. Κρύφτηκαν  σε  μια  σπηλιά  στην  περιοχή  ΄Αγιος  Χαράλαμπος.
Ο  Καζούλλης  ο  μόνος  ΄Ελληνας, ανέλαβε  δράση. Με πολιτικά, ντυμένος βοσκόςπήγε  στο  Βουρβούλο  βρήκε  τον  Πρόεδρο  της  κοινότητας   Νικήτα  Χάλαρη  και  έμαθε  όλες  τις  κινήσεις  των  Γερμανών. ‘ Εμαθε  ότι  στο  Ημεροβίγλι, στην  οικία  Ερμύλου  Βελώνια, οι  Γερμανοί  είχαν εγκαταστήσει  έναν  ασύρματο  τεράστιας  εμβέλειας μέσω  του  οποίου  η  Αθήνα επικοινωνουσε  με  Κρήτη.  Στα  Φηρά  στο  αρχοντικό  της  Μαρής  Δελένδα (Μαρής   του   Μπαζαίου )  που  είναι  απέναντι  της  Καθολικής  Εισκοπής, στην   Καθολική  συνοικία,  έμενε  ο Γερμανός  Διοικητής  με  τον  υπασπιστή  του.    ΄Εμαθε  επίσης  ότι  στα  Φηρά στο  μεγάλο  σπίτι  του  Γιάννη  Κουτσογιαννόπουλου πάνω  από   την  Τράπεζα  Αθηνών,  στρατωνίζονται  38  Ιταλοί  και  10    Γερμανοί  στρατιώτες.  Ο  Καζούλλης  γύρισε  στην   σπηλιά   και  μαζί  με  τον  Λάσσεν  κατέστρωσαν  το  σχέδιο  δράσης. Αποφάσισαν  να  γίνουν  ταυτόχρονα  τρείς  επιθέσεις  χωρίστηκαν  σε  τρείς   ομάδες. Ο  Λάσσεν   με  τον  Καζούλλη και  12  άνδρες θα πήγαιναν  στην  οικία  Κουτσογιανόπουλου  στα  Φηρά.  Ο  υπολοχαγός Μπαλζιλί  με  4  άνδρες  θα  εξουδετέρωναν  τον   ασύρματο  στο    Ημεροβίγλι  και   ο  Λοχίας  Χέντερσον,  μόνος  να  φονεύσει  τον  Γερμανό  Διοικητή.
΄Ωρα 00.45 της  24ης Απριλίου  ξεκίνησε  κάθε  ομάδα  για  τον  τομέα  της  .  Πρώτος  έφυγε  ο  υπολοχαγός  Μπαλζιλί   με   συνοδούς  τον  Λουκά  Γαβρίλη  και  Περρή Καρατζά. Η πρώτη  τους  δουλειά  ήταν  να  σκοτώσουν   τον  Γερμανό  Φρουρό, μετά  μπήκαν  στο  κτήριο βρήκαν  τον  ασύρματο    τον  κατέστρεψαν. ΄Ενας  ένας  ξυπνούσαν  οι  Γερμανοί   στο  σύνπλο  οκτώ  ,  τους  πήραν  αιχμαλώτους  και  έφυγαν  αφού  έβαλαν  τρείς  ωρολογιακές  βόμβες  για  να  εκραγούν  στις   6  το   πρωί. Νόμιζαν  ότι   όταν  θα  το   μάθαιναν  οι  Γερμανοί  θα  έτρεχαν  να  δούν  τι  συμβαίνει. Κόλλησαν  στη  πόρτα ένα  χαρτι  γραμμένο  στα  εγγλέζικα  που  έλεγε  να  μην  πλησιάσει  κανείς  κίνδυνος  θάνατος.
Μόλις  ξημέρωσε  πολλοί  κάτοικοι  του  χωριού  που  έμαθαν   τι  συνέβη  μπήκαν  στο  κτίριο  για  να  πάρουν  τρόφιμα.  Ενώ  βρισκόντουσαν  μέσα  στις  αποθήκες και  έπαιρναν  ότι  έβρισκαν  μπροστά   τους  εξερράγησαν  οι  βόμβες  το  κτίριο  κατέρρευσε  και  βρήκαν  τον  θάνατον  13  Μεροβιγλιανοί.  Οι   Σεβαστή  Βαλσαμάκη, Μαρία  Ματθαίου  Ρούσσου, Μαρω  Σορώδου  ,   Μαρίνος  Σορώτος,  Λοίζος  Σορώτος, Αντωνία  Σορώτου  , Μάρκος  Σορώτος,  Μαρκιανή   Καρβούνη,  Περρής  Πελεκάνος,  Δημήτριος  Τζάννε  Ρούσσος, Λευτέρης  Καρβούνης, Γεώργιος  Δρακωτός και  Ιωάννης  Σορώτος . Τραυματίες  άνω  των  20  μεταξύ  αυτών  ο  Αλέξανδρος  Βελώνιος  και   ο  Παντελής  Ρούσσος.
 [...]  Οι  Αγγλοι  φεύγουν  άρον  άρον . Παίρνουν  στους  ώμους  τον  Στέφανο  και  τον  τραυματισμένο  Λοχία  ΚΊΝΓΚΣΤΟΝ.  Ο  Κοσμάς  Ρενιέρης τους  οδηγεί   στις  «κατοικιές»  μια  περιοχή  κοντά  στο  Κοντοχώρι.  Ο  Καζούλης  είναι  ήδη  νεκτρός, ο  Κίνγκστον   αναπνέει, φωνάζουν τον  Γεώργιο  Κωβαίο  να  περιθάλψει  τον  τραυματία, του  δένει  τις  πληγές  αλλά  η  ζημιά  ήταν  μεγάλη  δεν  μπόρεσε  να  τον   σώσει.
Εν  τω  μεταξύ  ο  Λοχίας  Χέντερσον  με  την  συνοδεία  ενός   οδηγού, πήγε  στο  μεγαρο  της  Μαρής  Δελένδα.  Το  παλιό  αρχοντικό είχε  γερές  πόρτες. Επειδή  δεν  μπόρεσαν   ν΄ ανοίξουν,  έριξαν  μία   χειροβομβίδα  και  έσπασαν  την  πόρτα.  Ο  Γερμανός  Διοικητής  κοιμόταν  στον  επάνω  όροφο. Με  τον  θόρυβο  ξύπνησε, κατάλαβε  τι γινόταν  και  ανέβηκε   στην   ταράτσα. ΄Αρχισε  να  πυροβολεί  με  το  πιστόλι   του.  Ο  Χέντερσον   φοβήθηκε  και   έδωσε  εντολή  να  φύγουν.
Οι  ΄Αγγλοι  βιάζονται, έχει  αρχισει  να  ξημερώνει. Φοβούνται  ότι   θα  γίνουν  αντιληπτοί.  ΄Ηρθαν  σε  επαφή  με  τα  σκάφη  τους  και  τους  είπαν  πού  θα  τους  βρούν. Η  πιο  κοντινή  θάλασσα      ήταν   ο    ΄Εξω  γιαλός  του  Κακάκη.  Πήγαν  εκεί  με  τα  πόδια   μαζί  με  τους  νεκρούς.  Μπήκαν  στο  εξοχικό  της   Νικολίνας  άφησαν  τον  Καζούλλη  αφού  πήραν  από  τον   λαιμό  του  μία  χρυσή  αλυσίδα,  την  στρατιωτική  του  ταυτότητα    και  ένα  ημερολόγιο  για  να  τα  δώσουν  στη  γυναίκα  του.΄ Αφησαν  επάνω   του  ένα   χαρτί  που   έλεγε  στους  Γερμανους   να  μην  προβούν  σε  αντίποινα  γιατί  θα  σκοτώσουν  τους  αιχμαλώτους. Οι  ημιολίες  ήταν  εκεί. Μπήκαν  όλοι μέσα  και  οι  8  αιχμάλωτοι που  πήραν  από  το  Ημεροβίγλι.  Πήραν  μαζί  τους  και  δύο  οδηγούς  τον   Κοσμά  Ρενιέρηκαί  Λουκά   Γαβρίλη(αυτοί  οι  δύο  μετά  μετά  την  απελευθέρωση  επέστρεψαν   και   διηγήθηκαν  τα  συμβάντα).   Πήγαν   απένταντι  στην  Ανάφη  και   απ΄  εκεί  με  μεγαλύτερο  πλοίο   στην  Αιγυπτο.
Εμείς  στο  σπίτι  όλη  νύχτα  ακούγαμε   κρότους   και  ποδοβολητά  . Ακούσαμε  την  μεγάλη  έκρηξη  στο  Ημεροβίγλι.  ΄Όπως  σας   είπα   και  προηγουμένως, ξεραμε  για  την  άφιξη  των  ΄Αγγλων.
Οι  Γερμανοι   φοβισμένοι  κλείστηκαν  στους  στρατώνες  τους. 
Ο  απολογισμός  της  επιχείρησης  .  Νεκροί
3  Ιταλοί- 5  Γερμανοί- ο  Ανθυπολοχαγός  Καζούλλης  και   ο  Λοχίας  Κινγκστον.
Τραυματίες.  6-7.
Το  βράδι  όλοι  οι  Γερμανοί  και  Ιταλοί  κλειδώθηκαν  στο  Διοικητήριο  (οικία  Σαρπάκη, λίγα  μέτρα  από  το   σπίτι  μας)  και  έβαλαν  συρματοπλέγματα   γύρω  από  το  κτίριο.
Απαγόρευσαν  την   κυκλοφορία  από  τις  8  το  βράδι  μέχρι  τις   5  το  πρωί.
 [....]
Οι  Γερμανοί  εξακολουθούν   να   ερευνούν   τα   χωριά.    ....

Σάββατο 29 Απριλίου 1944
Σαντορίνη
 Η  έρευνα  των   γερμανών   έφθασε  στο   Ημεροβίγλι   και  το  Βουρβούλο.
Πάντα  υπάρχουν  οι  καταδότες.  Δύο  Βουρβουλιανοί λυποψύχισαν  καΊ  κατέδωσαν  τους  χωριανούς  τους.  Απείλησαν   οι  Γερμανοί   ότι  θα  σκότωναν  όλους  τους  άνδρες  του  χωριού.  Συνέλαβαν. Τον  Νικήτα  Χάλαρη  Πρόεδρο  της  κοινότητας, Νικόλαο  Δαμίγο, Μάρκο  Σιγάλα, Αντωνη  Καφούρο  και  Δημήτρη  Δαμίγο.  Τους  καταδίκασαν   εις   θάνατο  με  την  κατηγορίαν  ότι  συνέδραμαν  τους   αποβιβασθέντες  ΄Αγγλους.  Τους  μετέφεραν σ΄ ένα  χωράφι  έξω  από  το χωριό  και  τους  τουφέκισαν.  Ο  Δημήτρης  Δαμίγος  δραπέτευσε  και  κρίφτηκε  σε  μία  στέρνα, εκεί  τον  βρήκαν  οι  Γερμανοί  και  τον  τουφέκισαν  . Επίσης   δραπέτευσε  και   ο  Μιχάλης  Δρακουτός   ο  οποίος  καταδικάστηκε  .  Κρύφτηκε  μέσα  σε  ένα  θάμνο, μια  αψητιά  είναι  ένα  φυτό  που  βγάζει  μια  περίεργη  μυρωδιά  που  και  τα  σκυλιά  δεν  την  ανέχονται.
Οι  Γερμανοί ανακριταί  αφου  τελείωσαν  από  τον  Βουρβούλο  έφθασαν  και  στα  Φηρά. Συνέλαβαν  τον  γιατρό  Γιώργο  Κωβαίο γιατί  προσέφερε  ιατρική  περίθαλψη  στον  ΄Αγγλο   τραυματία.    Επίσης  συνέλαβαν τους   Ευστάθιον  Κανακάρη  βιομήχανο  και  Μαρίνο   Δακωρόνια  με  την   κατηγορία  ότι  έδωσαν  τρόφιμα στους  ΄ Αγγλους.  Τους  μετέφεραν  στην  Γερμανική   Διοίκηση  και  τους  ανέκριναν  αφού  έφαγαν  πολύ  ξύλο.
Ο  γιατρός    Κωβαίος  είπε   ότι δεν   είχε  σχέση  με  την  επιχείρηση  είπε  ότι  δεν  είχε  σχέση   με  τη  επιχείρηση  αλλά  προσέφερε  τις  ιατρικές   του  υπηρεσίες   ως   όφειλε   συνεπής   στον   όρκο  του  Ιπποκράτη.  Τελικά  τους  φυλάκισαν.
Ο  κόσμος  πολύ  τρομοκρατημένος  ,  από  τις   6  το  απόγευμα  κλειδώνεται  σπίτι.  




[1]Για την περίοδο γενικά του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στη Σαντορίνη σας θυμίζω το κείμενο «Β Παγκόσμιος Πόλεμος και Σαντορίνη» την «Αφήγηση του Γιάννη Κοκκαλάκη» κ.α.   


Tα αγιομνήσια και η πανήγυρη

$
0
0
[...] Μπαίνουν τώρα και κάθίζουνε οι προεστοί και οι ψαλτάδες με τις κυράδες τους και οι ξεχωρίτες που πρέπει να προτιμηθούνε. Η πρώτη τράπεζα είναι στρωμένη κι έτσι μονομιάς γευματίζουν. Βιαστικά τρώνε και πίνουνε εύχονται στον Γιώργη και στη φαμίλια του και γρήγορα σηκώνονται για να μπουν και οι άλλοι, αφού δεν είναι μπορετό να καθίσει μονομιάς όλος ο κόσμος.Έπειτα δεν είναι και πεινασμένοι κι όσοι είναι αυτοί θα μείνουν τελευταίοι για να ευχαριστηθούνε και να χορτάσουνε. Τότες θα κάτσουνε και οι νοικοκυραίοι, ο μάγερας και οι βοηθοί και οι γυναίκες που πλένανε τα σκουτέλια και τα πηρούνια και τότες θα βγει και κανενας ξεχωριστός μεζές. Αυτοί θα ξεκουραστούνε τώρα μια και σπατσάρισε ο κόσμος που έχει κάμει κύκλο γύρω από τα παιχνίδια και βλέπει αυτούς που χορευούνε και καμαρώνει την τέχνη τους. 




Νησιώτικο συρτό χορεύουνε που στα μισά θα το γυρίσουνε σε ρεπατί. Και τότες ο χορευτής θα δείξει την τέχνη του και τη μαστοριά του, στριφογυρίζοντας τη ντάμα του και κάνοντας  του χορού τσαλίμια και φιγούρες περνώντας δίπλα της ξυστά, χωρίς να την αγγίξει όπως ο πετεινός στριφογυρίζει την όρνιθα. Τότες  και ο λαουθιέρης που είναι ριμαδώρος θα πει το ταιριαχτό στιχάκι στο ζευγάρι ανάλογα με την εντύπωση που θα του κάμει. Μα πάντα θε να βρει κάτι το ξεχωριστό που θα καλοκέψει τον καβαλιέρο για να του ρίξει πλούσια φέρτα.


Κι ο χορός πάντα ο ίδιος θα ναι  γιατί δεν επιτρέπεται να χορέψουνε άλλονε, μ όλο που και οι παρακατιανοί το καταφέρνανε και ξέρανε μαζούρκες και πόρκες ακόμη και καντριλλιές. Και  τούτο συνέβαινε γιατί οι πολυταξιδεμένοι και οι αριστοκράτες του καιρού εκείνου Φράγκοι τους χορεύανε στα γλέντια τους και τους μαθαίναν και οι δικοί μας. Σε όλα όμως τα αγιομνήσια δεν προσφέρανε μονάχα φάβα μπακαλιάρο και κάπαρι. Αλλού γευμάτιζε ο κόσμος με κρεάς και πατάτες, αλλού προσφέρανε ψάρια αλλού κάνανε σφουγγάτο, αλλού παντεσπάνι και τούρτες κι αλλού τηανίτες ανεβατούς  και τούτο γιατί την πανήγυρη την έκανε ένας και όχι όλοι. Καθενας κατά την προαίρεσή του και τη δύναμή του προσέφερε στον τιμώμενο Άγιο και στους συντοπίτες του ότι μπορούσε, χωρίς συμφέρο και πάντοτε δωρεάν. ...


Απόσπασμα του Φίλιππα Κατσίπη , Αγιόμνησια , Ι.Μ.Δανέζης Σαντορίνη 2001
Αφιερωμένο στο Σταύρο Σπηλιάκο και την Μαρία Ξεφτέρη....για τα δικά μας "λακριντί" 

Viewing all 306 articles
Browse latest View live